Ήθη και έθιμα του Σοχού: Το ποδιακό

Ποδιακό. Διακρίνονται Γιώργος Αδαμίδης, Σταμάτης Μιάκος, Τριαντάφυλλος Ψαρράς, Βαγγέλης Γρατσωνίδης κ. ά.

Πηγή Φωτογραφίας:του Κ. Κόφτη από τα Soxalidika Mouchampetia στο facebook

Στις 2 του Γενάρη αναβιώνει το έθιμο του «Ποδιακού ή Πολιάζοβάνι». Πολύ πρωί ο αρχηγός της οικογένειας σηκώνεται και πηγαίνει στη βρύση. Οι βρύσες ήταν έξω από τα σπίτια στις γειτονιές, όπως θυμούνται οι παλιότεροι.
Παίρνει μια στάμνα άδεια από το σπίτι, πάει στη βρύση και, αφού πλυθεί, τη γεμίζει με νερό. Παίρνει ακόμη μια άσπρη πέτρα απέξω και μπαίνοντας στο σπίτι την τοποθετεί δίπλα στο τζάκι και την ονομάζει «κλώσσα» λέγοντας ταυτόχρονα την ευχή: «όπως γεννάει και κλωσσάει η κλώσσα, να έχει ευτυχία το σπίτι και να είναι γεμάτο από όλα τα αγαθά!». Με τη στάμνα πηγαίνει σε όλες τις γωνιές του σπιτιού και ραντίζει λέγοντας ευχές που επιθυμεί η οικογένεια, όπως: «Υγεία, ευτυχία» ή ακόμη «καλό γαμπρό -για ελεύθερη κοπέλα», «πολλά παιδούδια-για ευγονία», «καλά γεράματα -για γέροντες».

parnarka

Φωτογραφία του Κώστα Κόφτη

Αφού πιούνε τον καφέ, ο αρχηγός της οικογένειας πρέπει να εκτελέσει μια εργασία σχετική με το επάγγελμά του για να του πιαστεί η χρονιά να δουλεύει. Π.χ. αν είναι γεωργός, να πάει στο χωράφι, να ρίξει κοπριά φορτωμένη στο γαϊδούρι με τα κοφίνια, αν είναι επαγγελματίας, να ανοίξει το μαγαζί του να κάνει χερικό, αν είναι κτηνοτρόφος, να πάει να αρμέξει τα ζώα κτλ.

parea2

Τα μικρά παιδιά είχαν μια άλλη αποστολή. Τα έντυναν καλά οι μάνες τους, γιατί έκανε φριχτό κρύο και τα εφοδίαζαν με ένα μπουκάλι γεμάτο με νερό. Αποστολή αυτών που είχαν καλό και «δοκιμασμένο ποδαρικό» ήταν να γυρίσουν από σπίτι σε σπίτι και να ραντίσουν όλες τις γωνιές και να πουν τις ανάλογες ευχές για κάθε νοικοκυριό.

Στη φωτογραφία το ποδιακό στις 2.1.1965

49007438_2004763749606774_8680161607096991744_n

Ο πατέρας, αφού έκανε τις σχετικές με το επάγγελμά του εργασίες τις πρώτες πρωινές ώρες, έβγαινε στην αγορά για να αρχίσει το γλέντι με τους ζουρνάδες και τα νταούλια, που έρχονταν κάθε χρόνο από το νομό Σερρών.

Σε κάθε καφενείο συγκεντρωνόταν παρέες και άρχιζε το γλέντι ανάλογα. Θα αναφερθώ στη δική μας παρέα που ήταν γλεντζέδικη και τη θυμούνται οι παλιότεροι. Μνημονεύω πρώτα τα ονόματα των φίλων που έχουν φύγει για την «αντίπερα όχθη»: ο αξιαγάπητος από όλους Σεραφείμ Βασιλικός, Τάσιος Ζιώγας, Κανάρης Κωνσταντίνος του Αγγέλου,Τερζής Διονύσης, Αλεξιάδης Γεώργιος, Νέστωρ Γερμιτσιώτης. Οι επιζώντες είμαστε οι: Ναρρές Παναγιώτης, Αδαμίδης Γεώργιος, Ζαχαρέγκας Γεώργιος, Τριαντάφυλλος Ντάκαλης, Τάσσος Τσιλιμπώνης, Βαγγέλης Γρατσωνίδης, Ηλίας Γκούρτσιος, Ηλίας Κανάρης, Παναγιώτης Νούλιος.

Τα νταούλια τα κλείναμε από την προηγούμενη μέρα και μας περίμεναν στο καφενείο του Χρήστου Ζαχαρέγκα. Μαζευόμασταν και αρχίζαμε το γλέντι. Φυσικά, μας ακολουθούσαν και άλλοι φίλοι όσοι γουστάραν να γλεντήσουν μαζί μας. Αφού πίναμε αρκετά ούζα ξεκινούσαμε τη γύρα σε όλη την αγορά. Ένα άτομο έπαιρνε ένα μεγάλο κλαδί από πουρνάρι, «την παρνάρκα», που κάθε χρόνο το έκοβε από το βουνό και μας το έφερνε ο Ηλίας Γκούρτσιος. Ένας εθελοντής, συνήθως ο Τριαντάφυλλος Ψαράς, το έπαιρνε στο χέρι ψηλά και με τα όργανα πατινάδα πηγαίναμε από μαγαζί σε μαγαζί και κερνούσαν ανάλογα δώρα στο δέντρο, όπως λουκάνικα, κρέατα κτλ, για να τα φάμε στη συνέχεια. Κατόπιν γυρίζαμε στο καφενείο και συνεχιζόταν το γλέντι.

podiakoΙδιαίτερη μνεία θα κάνω σε ένα περιστατικό που συνέβη στην παρέα μας το έτος 1968. Καθώς διασκεδάζαμε στο καφενείο του Χρήστου Ζαχαρέγκα και είμασταν πάνω στο «τσακίρ κέφι», ο Ηλίας Κανάρης φέρνει το φορτηγό του, μια καμήλα» και μας λέει: «ανεβείτε όλοι πάνω, θα πάμε στην Αυγή (διπλανό χωριό) μας περιμένουν!». Πειθόμενοι με τα νταούλια, τους ζουρνάδες και όλοι μαζί ανεβήκαμε και φτάσαμε στην Αυγή. Εκεί βρήκαμε μια στρωμένη παρέα και συνεχίσαμε το γλέντι. Ένας φίλος μας από την Αυγή, ο Κυριάκος Σωπιάδης λέει: «Θα σφάξουμε το γρούνι που έχουμε στο σπίτι μου, για να το φάμε!». Αμέσως με τα όργανα πήγαμε όλοι μαζί χορεύοντας. Το γουρούνι ήταν στο κουμάσι (=φωλιά του). Το δένει από το πόδι, το αρπάζει ο Τριαντάφυλλος ο Ντάκαλης με το σκοινί και το τραβάει, για να το πάμε στο καφενείο να το σφάξουμε. Το γουρούνι να φωνάζει και η μάνα του Κυριάκου έξαλλη που της έπαιρναν του γρούνι της μας κυνηγάει και μας φωνάζει στην ποντιακή διάλεκτο: «Γιατί παίρνετε το γρούνι;». Ο γιος της ο Κυριάκος όμως ήταν ανένδοτος, γιατί μας είχε δώσει το λόγο του και δεν τον έπαιρνε πίσω. Στο καφενείο μας περίμενε ο Παναγιώτης Αναστασιάδης από την Αυγή με το μαχαίρι στο χέρι. Το γουρούνι σφάχτηκε και φαγώθηκε τελικά.

Παράλληλα με αυτό το περιστατικό συνέβη και ένα άλλο απρόοπτο και ευτράπελο γεγονός. Ο Σταμάτης Μάτιος πιστός στις παραδόσεις, για το καλό της χρονιάς, όπως κάθε Σοχινός, φόρτωσε το άλογο του με πατάτες και ήρθε στην Αυγή για να τις πουλήσει και να πάει έτσι καλά η χρονιά του. Μόλις άκουσε τα όργανα, δένει το φορτωμένο άλογο σε ένα φράχτη και συνεχίζει μαζί μας το γλέντι. Όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε, ο μεθυσμένος Σταμάτης Μάτιος ξέχασε το δεμένο άλογο του και ανέβηκε μαζί μας στο φορτηγό. Όταν φτάσαμε στο Σοχό, πήγε να κοιμηθεί. Την άλλη μέρα ήρθε να ζητάει από εμάς το άλογό του. Του απαντήσαμε: «Σταμάτη, να πας να το βρεις εκεί που το έδεσες χθες!». Πράγματι πήγε ξανά στην Αυγή και το βρήκε δεμένο εκεί που το είχε αφήσει πριν από 24 ώρες. Αυτός ήταν ο αείμνηστος Σταμάτης Μάτιος, πιστός στις παραδόσεις και στα ήθη και τα έθιμα του τόπου.

Ευτυχισμένο το 2024

Χρόνια πολλά και ευτυχισμένο το 2024.

Ευχές για υγεία, ευημερία και μακροημέρευση.

Γιώργος Αδαμίδης Σόχαλης

Το ποδιακό στις 2 Ιανουαρίου

Στις 2 Ιανουαρίου γινόταν το ποδαρικό,

Κάθε παιδάκι γέμιζε ένα μπουκάλι νερό και πήγαινε από σπίτι σε σπίτι, έριχνε λίγο νερό σε κάθε γωνία και έλεγε:
Καλούς γαμπρούς ή καλές νύφες.
Για νεόνυμφους:
Πολλά κορτσούδια, πολλά παιδούδια.
Για λοιπές περιστάσεις:
Πολλά μπερεκέτια, γάλα, αρνάκια ή ό,τι επιθυμούσε ο καθένας.
Πριν φύγουν κάθονταν κοντά στο τζάκι και έλεγαν:
Όπως κάθομαι εγώ να κάτσει και το μπερεκέτι.
Στις 2 Ιανουαρίου κανείς δεν εργάζεται και όλοι γλεντούν. Ένας από κάθε παρέα με ένα ποτιστήρι κάνει ποδαρικό στα καταστήματα και ο κάθε καταστηματάρχης δίνει ό,τι έχει ευχαρίστηση (λουκάνικα, ούζο…) και ενωνόταν με την υπόλοιπη παρέα.
Ο αρχηγός της παρέας κρατούσε ένα κλαδί από πουρνάρι και σε αυτό κρεμούσαν όλα τα δώρα, κατέληγαν σε ένα καφενείο και γινόταν το γλέντι μέχρι το πρωί με νταούλια και ζουρνάδες.
Αν σε κάποιον δεν πήγαινε καλά η χρονιά, δεν ήθελε την άλλη χρονιά το ίδιο άτομο για ποδιακό. Αντίθετα, προτιμόταν αυτός που το προηγούμενο έτος έφερνε καλοτυχία.

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΣΤΑΜΑΤΗΔΕΣ ΤΟΥ ΣΟΧΟΥ: «ΕΟΡΤΑΖΟΥΝ ΚΑΙ ΤΙΜΟΥΝΤΑΙ» ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΠΟΔΙΑΚΟΥ 2 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ

Eυχαριστώ τον κύριο Κώστας Ασλανίδης, Σοχινό, δάσκαλο στην ακριτική Λέρο που μου έστειλε τη φωτογραφία αυτή από τη Συλλογή του Ν. Γερμιτσιώτη. Ο Αθανάσιος Ξανθός ως συνεχιστής καμηλιέρης (με πρώτο διδάξαντα τον Προίκα).
Eυχαριστώ τον κύριο Κώστας Ασλανίδης, Σοχινό, δάσκαλο στην ακριτική Λέρο που μου έστειλε τη φωτογραφία αυτή από τη Συλλογή του Ν. Γερμιτσιώτη. Ο Αθανάσιος Ξανθός ως συνεχιστής καμηλιέρης (με πρώτο διδάξαντα τον Προίκα).

Ποδιακό. Πηγή φωτογραφίας:του Κ. Κόφτη από τα Σοχαλίτικα Μουχαμπέτια στο facebook

Το ποδιακό, όπως περιέγραψα στην προηγούμενη σχετική ανάρτησή μου, γινόταν από τα παλιά χρόνια. Κατά το έτος 1949-1950 πήρε μια άλλη διασκεδαστική και πιο καθιερωμένη μορφή και αυτό οφείλεται στον κύριο Σταμάτη Προίκα.

Proikas

Ο αείμνηστος Σταμάτης Προίκας ήταν ο προστάτης των κτηνοτρόφων του Σοχού και την περιφέρειας. Όλοι έχουν να πούνε έναν καλό λόγο για το Σταμάτη. Παραγωγός του καλύτερου κασεριού, τεχνικής Αγίου Όρους. Η τεχνική αυτή περνάει από γενιά σε γενιά και με το ίδιο μεράκι σήμερα συνεχίζει η κόρη του Ελένη δυναμικά κερδίζοντας επάξια πολλά βραβεία για την άριστη ποιότητα των προϊόντων.

Ο Σταμάτης Προίκας εκείνη την εποχή ήταν παραγγελιοδόχος στο Σοχό και προμήθευε όλους τους επαγγελματίες με ό,τι χρειάζονταν από τη Θεσσαλονίκη. Τα υλικά μας τα έφερνε με φορτηγό, γιατί δεν υπήρχαν πολλά μέσα μεταφοράς. Παρενθετικώς αναφέρω ότι κατά τα έτη 1947-49 πήγαιναν τα φορτηγά με φάλαγγα στη Θεσσαλονίκη, γιατί υπήρχε φόβος να αποτιναχτούν από τις νάρκες. Περνούσε πρώτα το ναρκαλιευτικό και ύστερα περνούσε η φάλαγγα των αμαξιών για την Θεσσαλονίκη. Δύσκολα χρόνια! ΄Όλοι οι επαγγελματίες των ισναφιών(=συντεχνιών) του Σοχού στην αγορά είχαν ονομαστικές γιορτές και προστάτες αγίους και γιόρταζαν την γιορτή τους στο σπίτι του ο καθένας και πηγαίναμε και συνεορτάζαμε μαζί τους. Οι Σταμάτηδες (Ζαπρούσηδες στο παρατσούκλι) όμως δεν είχαν ονομαστική γιορτή. Σκεφτήκαμε λοιπόν όλοι μας να γιορτάζουν οι Σταμάτηδες στις 2 Ιανουαρίου τη γιορτή τους, τη μέρα του Ποδιακού, αφού δεν είχαν θεσμοθετημένη γιορτή. Το δέχτηκαν με μεγάλη ευχαρίστηση. Ιδιαίτερα αυτή την πρόταση την άρεσε ο Σταμάτης Προίκας και αμέσως εφαρμόστηκε το εξής σχέδιο: όλη η αγορά, που τον είχαμε παραγγελιοδόχο με τα νταούλια και τους ζουρνάδες κατευθυνθήκαμε στο σπίτι του Σταμάτη Προίκα προς τιμήν του. Καθόταν τότε στο ’52, δηλαδή στον Τρούπτσιο μαχαλά. Με πρωτοπόρο τότε για την παρνάρκα το μπάρμπα Αποστόλη Γαγανέλη, που την κουβαλούσε με πολύ περηφάνια. Φτάσαμε στο σπίτι του Σταμάτη Προίκα όχι λιγότερο από 200 άτομα. Πού να μας χωρέσει; Με χαρά μας δέχτηκε, γιατί το θεώρησε γούρι να πάνε τόσα άτομα Πρωτοχρονιά στο σπίτι του. Κατέβηκε κάτω και έσυρε το χορό με τα νταούλια, κεραστήκαμε όλοι ούζο και τυρί μεζέ και ξεκινήσαμε πάλι για την αγορά με μπροστάρη το Σταμάτη Προίκα, τον εορταζόμενο ως τιμώμενο πρόσωπο. Το γλέντι συνεχίστηκε στην αγορά. Αρκετά χρόνια το καθιερώσαμε και πηγαίναμε στα σπίτια των Σταμάτηδων στις 2 Ιανουαρίου. Τώρα οι νεότεροι γλεντούν διαφορετικά. Έχουμε όμως άξια τέκνα και μερακλήδες που τηρούν τις παραδόσεις και εμείς οι παλιότεροι τους καμαρώνουμε και τους χαιρόμαστε. Λέω στους φίλους μου: «Σπείραμε και τώρα θερίσαμε τους καρπούς μας. Να είναι καλά τα νιάτα και να συνεχίσουν την παράδοση!». Συμπληρωματικά αναφέρω ότι ο Σταμάτης Προίκας είχε και ένα άλλο μεγάλο και σπουδαίο προνόμιο. Με μεγάλη επιτυχία τις Αποκριές αναλάμβανε να φτιάξει την καμήλα και για τον εαυτό του κρατούσε το ρόλο του καμηλιέρη. Η καμήλα γινόταν ως εξής: 4 άτομα κουβαλούσαν στους ώμους τους μια σκάλα 3 μέτρων και τη σκέπαζαν με ένα μουσαμά. Το κεφάλι της ήταν το κρανίο ενός ψόφιου αλόγου. Ο αρχικαμηλιέρης με ένα σκοινί τραβούσε τα σαγόνια του και αυτά χτυπούσαν. Αν δεν κερνούσαν οι περαστικοί την καμήλα, συχνά με τα δόντια της τους έπαιρνε το καπέλο από το κεφάλι τους. Ο Σταμάτης από τη γειτονιά του, το ’52, μάζευε τους πρωτοκλασάτους γείτονες, για να επανδρώσουν την καμήλα. Αυτοί ήταν ο μπάρμπα Γιοβάνης Ρίζος, ο αείμνηστος μπάρμπα Σταμάτης Μιάκος, ο Σάκης Μπουτσιούκης ή Κατοικίας, ο Αλκιβιάδης Κόφτης, όλοι τους επίλεκτοι για το ρόλο τους. Για μένα, το Γιώργο Αδαμίδη και το Κώτσιο Μέντα ή Καρπουζαρά έκανε τη μικρή καμήλα, που ακολουθούσε τη μεγάλη. Ο Σταμάτης Προίκας ως καμηλιέρης με το γαϊδούρι του Χρήστου Ρίζου που αγκάριζε πολύ, με το δισάκι και το τσαλμά (=μεγάλο τουλουπάνι) στο κεφάλι διέπρεψε ως καμηλιέρης. Κάποια φορά η μεγάλη καμήλα βρέθηκε σε «μεγάλη φυσική ανάγκη» στη μέση της αγοράς. Ατρόμητος ο Σταμάτης της είπε: «Κουχ καμήλα!». Κάθισε αμέσως η καμήλα κάτω και οι Σοχινοί καταλαβαίνουν τι δύσοσμο έγινε μετά, όταν σηκώθηκε η καμήλα… Αργότερα παρέδωσε το ρόλο του καμηλιέρη στον αείμνηστο Αθανάσιο Ξανθό και αυτός διέπρεψε ως καμηλιέρης επί σειρά ετών. Κλείνοντας τη διήγησή μου αναφέρω ότι ο Σταμάτιος Προίκας είναι ένας εξαίρετος οικογενειάρχης και παραγωγός του φημισμένου κασεριού «Προίκας», το οποίο διατίθεται στην Ελλάδα και στα πέρατα του κόσμου.

1965. Ποδιακό στο Σοχό

1965, ΠΟΔΙΑΚΟ ΣΤΟ ΣΟΧΟ, ευχαριστώ πολύ την κυρία Δήμητρα Καρακινάρη, κόρη του Γιάννη Θεμελιώτη ή Κασμέρη, που μου έστειλε τη φωτογραφία που μας γυρίζει στο παρελθόν και τις παρακάτω πολύτιμες πληροφορίες. «Κύριε Σόχαλη, σου γράφω για την φωτογραφία του ποδιακού: είναι Σάββατο 2-1-1965. Έχω την φωτογραφία μπροστά μου και αρχίζουμε με τα ονόματα τους: ας αρχίσουμε από αριστερά: το μικρό αγοράκι το ξανθό μόνο το αυτί του φαίνεται είναι ο αδελφός μου ο Δημήτρης Θεμελιώτης του Ιωάννη και εγώ είμαι τον κρατάω από το χεράκι του, αλλά δεν φαίνομαι η Δήμητρα, ο αδελφός μου ήταν 3 ετών και εγώ 5. Από αριστερά ο Βαγγέλης Γλαβίνας, ο Σάββας Γαϊταντσής, στο γαϊδουράκι είναι ο Ανδρέας ο Γουτακόλης του Παναγιώτη Αϊ Βασίλης καί κρατούσε τό δένδρο, που ήταν Χόινα!!! Τώρα το λένε Κέδρος, αν δεν κάνω λάθος!!! Κάτω απ’ αριστερά κοντά στο γαϊδουράκι είναι ο Ηλίας Κουτρουλόκης, πίσω του ο Τάκης βλάχος, ο Ποϊράζης Λάκης ή Πολύμερος, ο Μπιτσας ο γιός του Χρυσόστομου ο Μεγάλος, ο Τάκης Σαλαχώρας. Να κατέβουμε λίγο κάτω είναι: ο Ντίντσος ο Λούλος μαζί με τον Πατέρα μου, τον Ιωάννη Θεμελιωτη ή Γιάγκος του Κασμερη. Οι Ζουρνάδες δεν τους ξέρω λυπάμαι! Το αγόρι που είναι δεξιά είναι ο Κώστας Γερμιτσιώτης, διπλά νομίζω ότι είναι του Τσαχρηστα. Δίπλα στο νταούλι είναι ο Βαγγέλης του Μιχαήλ Μιχαηλίδης. Στην πίσω σειρά αυτός πού κρατάει το ποτιστήρι, αν δεν κάνω λάθος είναι ο Χρήστος Ζαχαρέγκας, του Θεμιστοκλή, του Μητροπολίτη μας τον κ.κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΖΑΧΑΡΕΓΚΑ Μητροπολίτη Τανζανίας και Ειρηνουπολεος. Διπλά είναι ο Νίκος Κόλτσιος, ο Σαλαχώρας ο Βαγγέλης ή Σάκης, ο Παναγιώτης Λάτσιος ή Μπουζίγκας, ο Βαγγέλης Σαμαράς ή Κολαξίσης, ο Βαγγέλης ο Προίκας ή Χαιδευτες, ο Κώστας Δοϊρανλής ή Κώτσος Ντόραλης, ο Κώτσος Κουτρουλόκης, ο Χρήστος Κόλτσιος, το παλικάρι δεν το ξέρω. Αριστερά ένα κορίτσι είναι η Μαίρη του Τατάση και ο Πασχάλης Γλαβίνας, κοντά στον αδελφό του Βαγγέλη!!!!!»
Οι περισσότεροι μας βλέπουν από ψηλά ο θεός να τους Κοντά του!!!
Και για τους άλλους να είναι πάντα πολύ πολύ καλά με υγεία και χαρούμενοι. Καλή και ευλογημένη χρονιά το 2019 όλος κόσμος να είναι πάντα καλά και ΕΙΡΗΝΗ!!!

Παλιές παιδικές Χριστουγεννιάτικες αναμνήσεις πριν από 75 χρόνια.

Η φωτογραφία του χιονισμένου Σοχού είναι του Κώστα Ασλανίδη.

Περιμέναμε τα ΔΩΔΕΚΑΜΕΡΑ με αγωνία εμείς οι μικροί, γιατί για μας τους μικρούς εκείνη την παλιά εποχή ήταν η μεγαλύτερη γιορτή του χρόνου. Τα Χριστούγεννα, που γεννιόταν ο Χριστός γιορτάζαμε τα ΚΟΛΑΝΤΑ, την Πρωτοχρονιά που άλλαζε η χρονιά γιορτάζαμε τη ΣΟΥΡΒΑ και τα ΘΕΟΦΑΝΙΑ που αγιάζονταν τα νερά τα λέγαμε ΧΙΟΥΧΙΟΥ. Αυτά τα τρία γεγονότα σαν παιδιά τα περιμέναμε με μεγάλη χαρά.

Η φωτογραφία του παλιού Σοχού είναι του Κώστα Κόφτη, πριν το σεισμό του 1978.

Αφόρμηση και κίνητρο για αυτές τις όμορφες αναμνήσεις δόθηκε, όταν είδα τα σημερινά παιδιά που περνούν με όλες τις ανέσεις και θυμήθηκα πως ήμασταν εμείς τότε. Σήμερα Κυριακή 22.12.19 εκκλησιαστήκαμε στην Αγία Σοφία Θεσσαλονίκης με τα παιδιά μου, ακούγοντας τον υπέροχο ψάλτη Ταλιαδώρο Χαρίλαο. Μετά τη θεία λειτουργία ήπιαμε ένα καφέ στην πλατεία Αριστοτέλους και ήρθε δίπλα μας μια οικογένεια με δύο παιδάκια. Σε λίγο ήρθε και δεύτερη οικογένεια με τρία παιδιά από 5 έως 11 ετών. Οι γονείς τους είχαν φροντίσει όλα τους να ανταλλάξουν δώρα μεταξύ τους και θυμήθηκα τα δικά μας παιδικά χρόνια πως τα περνούσαμε. Θα αναφερθώ στα γεγονότα εκείνης της εποχής λοιπόν. Η μάνα μας μάς νήστευε αρκετές μέρες για να κοινωνήσουμε, διότι τα Χριστούγεννα θα τρώγαμε αρτύσιμο φαγητό, συνήθως χοιρινή τηγανιά. Κάθε νοικοκύρης έτρεφε ένα γρούνι και το έσφαζε τα Χριστούγεννα με τελετουργικό τρόπο: το βγάζανε πρώτα μέσα από την κότσενα (=ξύλινο κουμάσι μικρό, για να μη κουνιέται πολύ και να παχαίνει), μετά ο κρεοπώλης και 2-3 άτομα αφού το θυμιάτιζε πρώτα η νοικοκυρά, κάναν όλοι το Σταυρό τους και το έσφαζαν για να έχουν όλο το χειμώνα κρέας. Εμείς τα παιδιά όταν ακούγαμε το γρούνι να φωνάζει, τρέχαμε στο σπίτι που το έσφαζαν για να πάρουμε ένα παιχνίδι: να μας δώσουν την φούσκα (=ουροδόχο κύστη του γουρουνιού), να τη φουσκώσουμε και να την κάνουμε μπάλα για να παίζουμε με τα χέρια μπάλα. Αυτό ήταν το πολυτιμότερο χριστουγεννιάτικο δώρο. Σήμερα τα παιδιά τα δώρα δεν ξέρουν τι να τα κάνουν: ηλεκτρονικά, κινητά οι ντουλάπες και τα σπίτια είναι γεμάτες παιχνίδια, ξέρω από τα εγγόνια μου.

Πηγή φωτο: https://protinewskorinthias.gr/%CE%B1%CF%8D%CF%81%CE%B9%CE%BF-%CE%BB%CE%AD%CE%BD%CE%B5-%CF%84%CE%B1-%CE%BA%CE%AC%CE%BB%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B1-%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CE%AF%CE%BE%CF%84%CE%B5-%CF%84%CE%B9%CF%82-%CF%80%CF%8C/

Τώρα θα αναφερθώ στα ΚΟΛΑΝΤΑ, που λέγαμε στο Σοχό. Οι καιρικές συνθήκες ήταν πάρα πολύ δύσκολες, το χιόνι ήταν ένα γόνα. Από τις πλαζανίτσες= γλύστρες δεν μπορούσες να περπατήσεις, γιατί έπεφτες. Αν φυσούσε κανένα βαϊβίκι μεγάλο (=ανεμοστρόβιλος) σε έφτιαχνε σαν να είσαι εσύ ο ίδιος Άγιος Βασίλης χιονισμένος. Για να προχωρήσουμε να πάμε στο σπίτι να πούμε τα ΚΟΛΑΝΤΑ, πήγαινε μπροστά αυτός που είχε καλά παπούτσι με γκόζντια (=δηλαδή πρόκες κάτω από τα παπούτσια για να μην γλιστράει και να ανοίγει το δρόμο). Πίσω τους ένας ένας ακολουθούσαμε οι υπόλοιποι. Τα  παπούτσια αυτά τα κάναμε παραγγελία στο μπάρμπα Τάσκο Μπουτσιούκη ή στον Ιορδάνη Μουταφίδη, που ήταν οι μάστορες της εποχής.  Οι νοικοκυρές μάζευαν τη στάχτη πριν τα Δωδεκάμερα από τα τζάκια και τους φούρνους και τις έβαζαν γύρω γύρω από τα σπίτια και τα θωράκιζαν για να μη μπορούν οι καλικάντζαροι να εισχωρήσουν μέσα στα σπίτια από τις καμινάδες και τα μαγαρίσουν.

Οι μανάδες μας μάς έβαζαν να κοιμηθούμε νωρίς, γιατί μόλις λαλούσε ο πετεινός θα βγαίναμε για τα κόλαντα, πιο νωρίς δεν μπορούσαμε να βγούμε γιατί κυκλοφορούσαν τα καρακάντζαλα. Η δική μου παρέα ήταν ο Τάσος Μπούφος, ο Βαγγέλης Γρατσωνίδης, ο Χρήστος Μέντας του Ζαπριάμ, ο Νίκος Γουλούτης ή Μάρος. Ο Νίκος ήταν λίγο μεγαλύτερος και μας φύλαγε. Πρώτα πηγαίναμε στα σπίτια που δίναν τα καλύτερα κάλαντα. Στον Κώτσιο Μπακαλιό, γιατί έδινε μανταρίνια, ήταν ο πλούσιος της γειτονιάς μας, είχε μαγαζί στην Απουλιάνα με υφάσματα. Μετά στην τέτα Λούνα του Κυριακού, αυτή μας έδινε κάστανα, είχε καστανιές. Στην συνέχεια στη μανιά Φωτεινή του Νταίμονα. Πολλές φορές, αν αργούσαμε και ξημέρωνε, δεν μας έδινε η μανιά Φωτεινή, μας έλεγε ουκρασταβιάχτι ­(=αργήσατε). Πάλι όμως κάτι μας έδινε από ό,τι περίσσευε. Η τέτα Μαργκώ του Κόλτσιου ότι ώρα πηγαίναμε, δεν μας χαλούσε το χατίρι, ό,τι είχε μας το έδινε. Η Νάτσιο (=θεία Ιβάντσεβα (δηλ. το Γιαννάκη Αδαμίδη του ξυλουργού η γιαγιά) μας έδινε σύκα, που ήταν πιο ευγενικά… Η Ανοιξιά του Σαλαχώρα μας έδινε ρουγκούσκες =ξυλοκέρατα που ήταν και αυτά πολύτιμα. Η μανιά Ντίνοβιτσα που ήταν και πρακτικός γιατρός και έφτιαχνε το μεχλέμ’ (=αλοιφή για τις πληγές) μας έδινε μπαρμπαρίτσκες (=ποπ κορν), τις είχε  μέσα σε μια ντέβλα (=πιθάρι) και μας έδινε μια χούφτα, τις είχε ψήσει μέσα στο ντουλάπτσια (= τενεκεδένιο κουτί που καβούρντιζαν τον καφέ). Ο παππούς ο Πουλιόμης είχε ένα μικρό μπακάλικο στου Παρντί τη βρύση δίπλα. Αυτός μας έδινε μια γλυκιά καραμέλα μαλακιά=μαντζούνι  και όλοι τρέχαμε να πάμε πρώτοι σε αυτόν. Η Βαϊτσα του Μπουλγούρη αργούσε λιγάκι να βγει αλλά δεν μας ξεχνούσε, μας έδινε λίγα καρύδια και μύγδαλα. Κρυώναμε αλλά δεν φεύγαμε. Το Νίκο τον Πελτέκη τον είχαμε ως αρχηγό της παρέας και μας κατεύθυνε.

ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΣΤΑ ΚΟΛΑΝΤΑ

Τώρα θα αναφέρω για τον κίνδυνο που διατρέχαμε εμείς οι μικρότεροι από λεηλασία στα έσοδά μας. Οι μεγαλύτεροι από μας σε ηλικία, γινότανε κουλαντάρια. Έβαζαν δηλαδή το ταλαγάνι ή γκούνια (=κάπα υφασμένη με πρόβιο μαλλί, αρκουδί χρώματος. [2 γενιές πριν από μένα ταη γκούνια τη φορούσαν και πήγαιναν οι παππούδες στην εκκλησία λόγω κρύο και την άφηναν έξω στο νάρθηκα και πήγαιναν μέσα, πολλές φορές τις μπέρδευαν κιόλας]) και περιμένανε εμάς κρυμμένοι στις γωνίες και μόλις τους ζυγώναμε μας τυλίγαν μέσα στην κάπα και μας τα έπαιρναν μαζί με τη σάκα που τα είχε ράψει η μάνα μας για το σχολειό. ΄Ετσι χάναμε και τη σάκα και το περιεχόμενό της. Από τα καλαντάρια που θυμάμαι στη γειτονιά μας, γιατί σε κάθε γειτονιά ήταν άλλοι: ήταν ο Αλκιβιάδης Βαρελάς μεγαλύτερος από μας, Νικολάκης Γουλούτης, Αλκιβιάδης Κόφτης, θείος της Χρυσούλας Μαιλιάνη, ο Θανασάκης Μπουτσιούκης, πατέρας του γιατρού κ. άλ. Στο Μαράσι είχε άλλους πιο ζωηρούς: ο Κουζούφης Χρήστος, ο Μήτηκας, ο Πάσχος Θανασάκης. Τα λεφτά ήταν είδος πολυτελείας, αφού δεν υπήρχαν…

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ

Αφού καπνιζόμασταν από βραδύ, καπνιζόμασταν και κόβαμε τον παρά, τα χαράματα πάλι ξεκινούσαμε για τη ΣΟΥΡΒΑ. Στο πρώτο σπίτι που πηγαίναμε η νοικοκυρά είχε εφοδιαστεί με ένα πουρνάρι, έβγαινε να τους δώσει τη σούρβα=δώρο(καρύδια, μύγδαλα), αφού πρώτα άναβε το πουρνάρι και το έριχνε πάνω τους λέγοντας: «έξω ψύλλοι και κοριοί, μέσα γάμος και χαρά!». Στις 2 του μηνός εμείς οι μικροί πηγαίναμε για πουλιάζοβανι (=ποδιακό) εκεί που μας δέχονταν και οι μεγαλύτεροι γλεντούσαν όλη μέρα.

ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ

Τα Θεοφάνεια έπρεπε να κάνει πολύ κρύο για να παγώσουν τα νερά και να είμαστε γεροί όλο το χρόνο. Ρίχναμε στο Σταυρό στο Κουμλούκι, όλοι βουτούσαν στη στέρνα μια εικονίτσα τους για ευλογία στο σπίτι και ο παπάς γυρνούσε την επαύριο, ευλογούσε τα σπίτια,  έφευγαν τα ΚΑΡΑΚΑΝΤΖΑΛΑ, αγιάζονταν τα νερά και ησυχάζαμε.

ΕΥΧΟΜΑΙ ΟΛΟΨΥΧΑ ΚΑΛΑ ΔΩΔΕΚΑΜΕΡΑ ΚΑΙ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΓΕΡΟΙ ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΝΑ ΓΙΟΡΤΑΣΟΥΜΕ!

ΜΟΥ ΔΙΝΕΤΕ ΔΥΝΑΜΗ ΜΕ ΤΙΣ ΕΥΧΕΣ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΖΩ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΔΑΜΙΔΗΣΟ ΣΟΧΑΛΗΣ

Η παρέα μας, τα «παζαρόσκυλα» της αγοράς

patinada
Η φωτογραφία είναι προσωπική λήψη του Κώστα Κόφτη από ποδιακό στο Σοχό.

Αναφέρθηκα στους τοπικούς χορούς  του Σοχού και στους χορευτές που τους χόρευαν.
Τώρα θα κάνω και μια αναφορά στην παρέα μας και στους χορούς που χόρευε ο καθένας, όταν βρισκόμασταν σε γλέντια, πατινάδα, γάμους κτλ.

Την παρέα μας τη λέγανε «παζαρόσκυλα», γιατί όλοι ήμασταν ισνάφι, είχαμε δηλαδή τα μαγαζιά μας στην αγορά.

Αρχηγός ήταν ο Παναγιώτης Ναρρές, έμπορος ξηρών καρπών εκείνη την εποχή. Αυτός είχε αδυναμία στο «σιγανό συρτό» με βήματα σταθερά. Χόρευε το τραγούδι τον αμαξά «Σιγά σιγά καλέ μου,σιγά, σιγά την άμαξα σιγά, μην πάρουν τ’ άρματα φωτιά και κάψουμε τη βλάμισσα». Έπειτα συνέχιζε με τα «Έρημα τα ξένα, δε τα ’χω μαθημένα», που τα χόρευε με μεγάλο πρέπος.

pazar
Δεύτερος αείμνηστος Σεραφείμ Βασιλικός με το Γιώργο Ζαχαρέγκα το «ναύτη» και τώρα περιπτερά χόρευαν «διπλό χασάπικο» με όλες τις φιγούρες και τους θαυμάζαμε όλοι.

Τρίτος ο γράφων ο Γιώργος Αδαμίδης χόρευα τον «Μενούση» και τώρα τον μαθαίνω και στα εγγόνια μου να μοιάσουν τον παππού και να γίνουν μερακλήδες.

To «τσάμικο» το χόρευε ο Γιώργος Ζαχαρέγκας και τον κρατούσε ο Ηλίας Γκούρτσιος. Τους ποντιακούς χορούς μας τους έφερε ο Βαγγέλης Γρατσωνίδης και ο Ντάφκος Ντάκαλης, λόγω του επαγγέλματος. Ήταν ψιλικατζήδες και πηγαίναν στα χωριά με ένα γαϊδουράκι και πουλούσαν την πραμάτεια τους: βρακολάστιχα, καλτσοδέτες, τσιμπιδάκια, τσατσάρες, βρακιά μακριά για τους ηλικιωμένους κτλ. Τα χωριά που πήγαιναν ήταν Ανοιξιά (=Κάντζια), Φιλαδέλφεια (=Γκιουβέλτζια), Ξηροπόταμος (=Νούδα).
Ο αείμνηστος Αλεξιάδης Γεώργιος χόρευε «πεταχτό χασάπικο» με πολλές φιγούρες. Γύριζε τούμπες στον αέρα χορεύοντας. Ήταν οικοδόμος εκείνη την εποχή. Το κόλπο της τούμπας το πήρε πατέντα από τον Γιαννάκη Κατσίνα, φούρναρη εκείνη την εποχή.
Οι Ηλίας Κανάρης, Ηλίας Γκούρτσιος, Παναγής Κάιζερ είχαν αδυναμία στο «Ντούσκο», δηλαδή στο «Μουσταμέικο». Χορευόταν σαν συρτός, συνέχεια μπροστά και με φιγούρες ανάλογα με το παίξιμο των ζουρνάδων.
Ο Νέστωρ Γερμιτσιώτης συμμετείχε σε όλα, αλλά η αδυναμία του ήταν σε κανένα «ζεϊμπέκικο βαρύ» και έπρεπε όλοι να χτυπάμε παλαμάκια.
Οι άλλοι της παρέας μας έδιναν το βροντερό παρόν: Αναστάσης Τσιλιμπώνης, Διονύσης Ζέλβας, Τάσος Μπούφος, Κωνσταντίνος Κανάρης του Αγγέλου, που είχε αδυναμία στο ζεϊμπέκικο.

Με αγάπη και εκτίμηση στην παρέα μου

Γιώργος Αδαμίδης

ο Σόχαλης

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΣΟΧΟΥ ΠΟΥ ΠΡΟΣΦΕΡΑΝ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΤΟΥΣ ΜΕ ΑΓΑΠΗ ΣΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ ΚΑΙ ΚΑΜΑΡΩΝΟΥΜΕ ΤΩΡΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ!

0026

1951-2015: 64 χρόνια προσφορά στο Σοχινό καρναβάλι. Γιαγιά Γιώργος Αδαμίδης ο μπλόγκερ (21 ετών) και η αδερφή μου Μαρίκα Αδαμίδου Μιάκου (19).

Θα ήθελα να κάνω μια αναφορά στα εναπομείναντα παλιά στελέχη που οργάνωναν τα δρώμενα της γενιάς μου. Τους ευχαριστώ όλους από καρδιάς γιατί σε δύσκολα και φτωχά χρόνια  κάναμε το χρέος μας για να κρατήσουμε την παράδοση ζωντανή και να την παραδώσουμε στις νεότερες γενιές που συνεχίζουν με πάθος και μεράκι. Τους εύχομαι τους νέους δύναμη και μεράκι για να κρατήσουν ζωντανά τα έθιμα του Σοχού μας, γιατί το αξίζουμε. Να είσαι Σοχινός είναι προνόμιο!

Πρώτο θα βάλω τον εαυτό μου, γιατί και «ο παπάς ευλογεί πρώτα τα γένια του».

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΔΑΜΙΔΗΣ: αδυναμία μου ήταν να οργανώνω τον τοπικό γάμο με όλο το πρέπος! Δεν υστερούσα όμως και στα άρματα, όπου χρειαζόταν ήμουν πάντα παρών.

001100290025006700660069

BAΓΓΟΣ ΓΛΑΒΙΝΑΣ Ο ΚΟΥΡΕΑΣ: Ο άρχοντας του καρναβαλιού. Να αναφέρω λίγες από τις επιδόσεις του: το μακιγιάζ της νύφης, το τραγούδισμα του καρναβαλιού που ξεσηκώνει τους πάντες, στο σοχινό γάμο πρώτος και με διαφορά. Συνεχίζει με μεράκι μέχρι σήμερα τραγουδώντας με τη μελωδική φωνή του και αφήνει καλούς απογόνους, τα εγγόνια του.

xaremi

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΦΕΛΦΕΛΗΣ: επί σειρά ετών δημοτικός σύμβουλος, πρόσφερε στα άρματα την τεχνική βοήθεια και την ξυλεία του αφιλοκερδώς, καθώς ήταν οικοδόμος. Μέρες ολόκληρες δούλευε για την επιτυχία.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΔΑΜΙΔΗΣ: τι να πω για τον εξάδερφο; Ο Γιάννης και η γυναίκα του, Καίτη μήνες εργάζονταν για το καλό αποτέλεσμα. Να βγει από το ξυλουργείο τους το καλύτερο άρμα. Την περιγραφή τους θα την βρείτε σε προηγούμενες αναρτήσεις μου, ένα μόνο λέω: το σοχινό χωριάτικο σπίτι που είχε κάνει άφησε εποχή! Ακολούθησαν οι Ινδιάνοι, το ιππικό με τα μικρά αλογάκια και άλλα πολλά…

00530052

KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΟΦΤΗΣ: Με τη συνεργασία του ΚΩΣΤΑ ΑΣΛΑΝΙΔΗ σώσανε την παλιά μακεδονική αρχιτεκτονική του Σοχού. Οι φωτογραφίες τους είναι ενθύμια και μας δείχνουν πως ήταν ο Σοχός και τα σπίτια του πριν το σεισμό του 1978. Οι νέοι έχουν τη χαρά να βλέπουν -έστω και σε φωτογραφίες- πως ήταν οι πρόγονοί τους και σε τι σπίτια ζούσαν: είχανε χαγιάτι, πουλάτα (=σαν σαλόνι) με παρμάκια (=κάγκελα), τεστιλίκι (=εξωτερικός νεροχύτης). Συχνά το σαπούνι το αφήναμε στο τεστιλίκι και το έπαιρναν οι κάργες, γιατί το περνούσαν για τυρί.Είχαν ακόμη τα σπίτι δωμάτια με μουσάντρες, πίσω με μικρή πορτούλα ήταν τα κελάρια με τη ζάντενα (=βοηθητικός χώρος).
Τους ευχαριστώ από βάθους καρδίας που σώσανε τις αρχιτεκτονικές ομορφιές του Σοχού μας. Ο Κώστας Κόφτης γίνεται περήφανο μέριου, με κουνήματα της παλιάς εποχής. Μπράβο, Κώστα, συνέχισε με μεράκι!

Φωτογραφία του Κώστα Κόφτη από την ομάδα Sohos facebook
spiti kofti

ΠΑΣΧΟΣ ΑΔΑΜΙΔΗΣ: Εθελοντής στην κατασκευή αρμάτων, με μεράκι πάντα ασχολούνταν αφιλοκερδώς.

ΑΣΙΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Κατασκεύασε το «Πλοίο της αγάπης», που αρμένιζε στην πλατεία του Σοχού και όχι στα πελάγη.

ΑΡΓΥΡΗΣ ΚΟΥΤΟΥΣΗΣ: Πολύ τολμηρός, μας παρουσίασε τον πύραυλο «Σπούτνικ» και αντί για πυραύλους εκτόξευε γάτες που τις είχε μάσει από τη γειτονιά μέσα σε ένα τσουβάλι και δεν ήξεραν που να πάμε μέσα στο πλήθος. Οι ζωόφιλοι επισκέπτες μας παρεξήγησαν και δεν επαναλήφθηκε.

ΤΑΚΗΣ ΚΑΡΑΜΠΑΤΑΚΗΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΝΑΚΙΝΑΡΗΣ, ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΓΑΓΑΝΕΛΗΣ, ΤΑΚΗΣ ΚΟΥΚΟΥΤΖΕΛΗΣ Ή ΚΑΡΑΜΑΝΚΟΥ, ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Ο ΠΛΟΥΣΙΟΣ, ΒΑΓΓΟΣ ΓΛΑΒΙΝΑΣ (στο προσκλητήριο είναι και απόντες, που «έχουν περάσει στην απέναντι όχθη»): όλοι αυτοί και άλλοι πλαισίωναν το «Χαρέμι του Μαχαραγιά (βλέπε σχετική ανάρτηση)». Ο κατασκευαστής του Χαρεμιού ήταν ο Δημήτριος Γερμιτσιώτης. Περνάει δύσκολες ώρες και του ευχόμαστε περαστικά.

Τώρα θα μιλήσω για δύο άξιες κυρίες που για χρόνια εξυπηρετούσαν τον τόπο μας με αγάπη και μεράκι.

ΚΑΙΤΗ ΚΑΒΑΡΛΗ: Από μικρό κορίτσι ως σήμερα πλαισίωνε τον τοπικό γάμο. Ήταν υπεύθυνη για όλη τη επιτυχία του γάμου: να οργανώσει το σόι του γαμπρού και της νύφης, τον κουμπάρο, τα «μπουκαζάια», τα «πεντιλάρια». Στο τέλος την «μπάγα ρακία». Την ευχαριστώ για την προσφορά της και τη χαίρομαι που έχει άξιους απογόνους που συνεχίζουν την παράδοση.

ΚΑΤΙΝΑ ΓΛΑΒΙΝΑ ΝΟΥΛΗ: Έδινε τον τελευταίο λόγο για να ξεκινήσει ο γάμος. Όταν φορτώναμε την προίκα σε τέσσερα άλογα η Κατίνα στόλιζε τα προικιά να έχουν πρέπος. Έβαζε τα κιλίμια, τις κουβέρτες, τα  μαξιλάρια, τα σκάλωνε με παραμάνες. Όταν τελείωνε το στόλισμα, μας έδινε την άδεια να ξεκινήσουμε, αφού μας έριχνε το ρύζι. Οι επισκέπτες θαύμαζαν όλα τα προικιά που τα διέθετε η γυναίκα μου, Άννα Μότσανου Αδαμίδου: τα χρωματιστά χειροποίητα κιλίμια, τις θηλιαστές κουβέρτες και κοφτοκεντημένα μαξιλάρια. Την Κατίνα την ευχαριστούμε για την προσφορά της. Ακόμη και σήμερα προσφέρει τα μέγιστα με τις άλλες άξιες κυρίες της ¨Λαογραφικής Ομάδας Γυναικών Σοχού¨. Έπαιξαν το υπέροχο θεατρικό έργο «Τα βαφτίσια» και γελάσαμε πολύ. Η Κατίνα ήταν η μανιά, η γιαγιά του μωρού. Τη Καθαρά Δευτέρα δεν μπορούμε να ξεχάσουμε το ζεστό ωραίο σοκ της(=κολλυβόζωμο), που μας ζέσταινε όλους.

Ένας από τους εναπομείναντες μεταφορείς της προίκας είναι ο ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ ΓΡΟΥΣΚΟΣ Ή ΠΑΤΚΑΣ. Στο δικό άλογο φορτώναμε τα μπαούλα ή σεντούκια, γιατί είχε το καλύτερο άλογο.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΑΓΕΝΑΣ Ο ΡΑΦΤΗΣ: αυτός και η παρέα του οργάνωναν το γύφτικο γάμο, με αρχιγιούφταρο τον Ιωάννη Παλαπίτα που είχε μεγάλη επιτυχία. Τον είδαν οι πραγματικοί γιούφτοι και από τότε δεν πάτησαν στο Σοχό.

ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΠΑΠΑΖΗΣ: Ζει στην Αμερική και τον έκανε ωραία νύφη ο Κώστας Βαγενάς και η παρέα του.

ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΤΖΙΑΝΗΣ: 50 ολόκληρα χρόνια στην υπηρεσία «Ντέβερ». Ντέβερ είναι το παιδί που κρατάει το κρασί στο γάμο και κερνάει τους καλεσμένους. Φοράει στο λαιμό άσπρο μαντήλι.

ΠΑΣΧΑΛΑΚΟΣ ΚΑΤΣΟΥΦΗΣ: Ακούραστος 50 χρόνια παριστάνει την πεθερά στο γάμο. Μπράβο Πασχάλη, συνέχισε δυναμικά.

0050

Τώρα φτάνουμε σε μια άλλη «καζανιά», νεότερη που πλαισίωναν το γάμο. Ο γάμος γίνεται κάθε χρονιά και τα στελέχη έπρεπε να ανανεώνονται συνεχώς. Αρχίζω από το ντέβερ το ΒΑΓΓΕΛΗ ΚΟΥΖΟΥΦΗ. Του ράψαμε κοντό παντελονάκι στο Βαγγέλη το Μάστορα, με τιράντες, σκαφούνια (=κάλτσες) μάλλινα, με βρούφτια και λαστιχένια παπούτσια. Έκλεψε την παράσταση.

Πλαισίωναν το γάμο: ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ Ή ΣΑΛΚΟΥΜΗΣ, με τη στολή του πεθερού του, Βασιλού Σαρακινού, με τζίβρα (=κιλότα παντελόνι), βέστα (=σα γιλέκο), τραγιάσκα κτλ. ΚΟΛΤΙΟΣ ΣΤΕΡΓΙΟΣ με μουστάκι σαν του πατέρα του, ΚΑΣΜΕΡΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ, ΘΩΜΑΣ ΛΑΤΣΙΟΣ Ή ΜΠΟΥΖΙΝΚΑΣ. Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΕΛΙΟΥΡΗΣ ήταν μανιά με λαλούνια, για τους νέους γάλετσια=τσόκορα από ξύλο. Πιο πετυχυμένος ο ΤΣΕΛΙΟΣ ΜΗΤΤΑΣ Ή ΤΟΤΣΚΑΣ, μανιά μακιγιαρισμένη στο φούλ, με μια μικρή λεπτομέρεια: ξέχασε να ξυρίσει το μουστάκι και έκλεψε την παράσταση. Ο ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ ΔΟΪΡΑΛΗΣ, μανιά πετυχημένη, καλός στο μπαϊράκι, δηλαδή χόρευε, μπροστά και έπαιζε το ρόλο της πεθεράς.

00590056

Από τους παλιούς κουδουνοφόρους είναι ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΕΡΕΝΙΔΗΣ Ή ΝΤΡΟΥΤΑΣ με τα καλύτερα κουδούνια εκείνης της εποχής.

006200190008

ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΓΕΝΑΣ Ή ΜΑΥΡΟΣ: Κουδουνοφόρος και καλός τραγουδιστής.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΡΑΣΚΟΣ Ή ΜΑΤΚΑΣ: Κουδουνοφόρος, τραγουδιστής.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΕΡΔΑΣ: Η φωνή του καρναβαλιού που ξεσηκώνει τα πλήθη με το ταλέντο του και την ξεχωριστή του παρουσίαση.

0068a0066

ΗΛΙΑΣ ΓΚΟΥΡΤΣΙΟΣ: Πετυχημένη αράπκα.

ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΜΠΟΥΦΙΔΗΣ: Πλαισίωνε τον τοπικό γάμο.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΕΝΤΑΣ Ή ΚΑΡΑΚΑΣΗΣ: Με την παρέα του και τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους δίνουν το καλύτερο παρόν κάθε χρόνο ως αράπκες.

00380025

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ ΓΑΓΑΝΕΛΗΣ Ή ΟΥΧΟΣ: Περήφανο καρναβάλι με του Ντρούτα τα κουδούνια.

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΔΕΜΕΡΤΖΗΣ: α κατηγορίας καρναβάλι.

ΙΩΑΝΝΗΣ ή ΓΚΑΤΣΟΣ ΜΠΟΛΑΣ: Οργάνωνε το χορό στην αγορά και χόρευαν όλοι οι επισκέπτες.

00170004

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΝΤΛΟΣ ΚΑΙ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΟΤΣΚΑΣ: Από τα παλιά καρναβάλια.

Ένα από τα άξια τέκνα «παντός καιρού» ΝΙΚΟΛΑΟΣ  ΚΑΠΟΥΣΗΣ Ή ΜΕΡΔΑΣ: Μέχρι με το άλογο του κατέλαβε ως καρναβαλιστής την Πλατεία Αριστοτέλους της Θεσσαλονίκης, το 2014, συνοδεύοντας τα καρναβάλια. Πρώτο καρναβάλι και πρώτη αράπκα και άριστος τεχνίτης στο ταίριασμα των κουδουνιών για να βγάζουν το σωστό ήχο. Ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση.

00680067

Αυτά με πολύ αγάπη τα αφιερώνω σε όλους τους Σοχινούς από τη δική μου γενιά που προσφέραμε και συνεχίζουμε να προσφέρουμε ακόμη. Τα γράφω για να μας θυμούνται οι νέοι και είμαστε περήφανοι που συνεχίζουν επάξια την ζωντανή παράδοση του Σοχινού καρναβαλιού.

Με πολύ αγάπη

Γιώργος Αδαμίδης

Ο Σόχαλης

ΣΑΣ ΑΦΗΝΩ BAΣΑΕΤΙ!

 

1.2.2023

Θα κάνω μία ανάρτηση γι’ αυτές τις πανάγιες ημέρες για μας τους Σοχινούς! Ο νοών νοήτω! Τα καρναβάλια μας! Η δική μου γενιά μπροστά από 75 χρόνια και συνέχεια σε φτωχά δύσκολα χρόνια τα καταφέρναμε με πάθος και μεράκι! Και είχαμε αποτελέσματα για τον τόπο μας! Να μας χαίρονται οι φίλοι μας και να μας ζηλεύουν οι εχθροί μας… Αυτοί που ξεκινάνε (άλλα χωριά) κάνουν  μία  δυο χρονιές καρναβάλι και απογοητεύονται και το παρατούν την άλλη χρονιά! Έπειτα εμείς οι Σοχινοί το έχουμε στο αίμα μας!  Έχουμε τους νέους άξιους συνεχιστές να συνεχίσουν τα ήθη και έθιμα με πάθος και μεράκι.

Σας αφήνω παρακαταθήκη, δηλαδή «βασαέτι», όπως το λέμε στο Σοχό να τα συνεχίσετε με μεράκι, με αυτοθυσία και με όλο το «πρέπος». Να συμβουλεύεστε τους μεγαλύτερους για να παίρνετε ιδέες και να σατιρίζετε ιδίως στις «Αράπκες», που είναι και αυτό ένα δρώμενο, το καλύτερο του τόπου, ανάλογα με την εποχή του. Τα κουδούνια και το «μέριο» δεν χάνεται. Εμείς, η γενιά μας, δε μας επιτρέπανε κατά το έτος 1947 – 1950 να γίνουμε καρναβάλια, μας κυνηγούσανε η αστυνομία και μας υποχρεώσαν και πήγαμε στο Μπιμπέρακ να γίνουμε καρναβάλια, έξω από το χωριό! Γιατί φοβόνταν από τις προσωπίδες να μην ήταν τίποτα αντάρτες… Δεν σταματήσαμε το καρναβάλι ποτές από τη διονυσιακή εποχή! Το καρναβάλι σε μας τους Σοχινούς είναι νταούλια και κουδούνια, η σημαία μας!

Γι’ αυτό το Πανάγιο παναγύρι χρειάζονται μεράκι, νιάτα, νταούλια και ζουρνά! Να είναι γερός και ο Χρήστος Καπούσης να το  παρουσιάζει παραδοσιακά με όλο το «πρέπος» και το μεράκι του. Σας τα γράφω και στο ίντερνετ, στο ιστολόγιο μου Σόχαλης να τα διαβάζετε και θα εμπλουτίσετε τις γνώσεις σας, τους ανθρώπους που προσέφεραν για τον τόπο. Θα διαβάσετε ονόματα που ήταν οι παππούδες σας και οι πατεράδες σας. Η δική μας γενιά με τις «αράπκες» εμπλουτίζαμε όλα τα δρώμενα. Ο αείμνηστος Τάκης Ρίτσας ή Ξανθός ήταν αυτός μας έλεγε τι θα σατιρίσουμε ανάλογα με τα γεγονότα της εποχής. Ο Τάκης Ξανθός προσέφερε πάρα πολλά για τον τόπο μας. Εμείς που τον ζήσαμε, τον ευγνωμονούμε για το μεράκι που είχε για τα ήθη, έθιμα και τις παραδόσεις. Μετά το θάνατό του μερικοί κατάλαβαν την αξία του. Έλεγε «ο κατάλληλος άνθρωπος στο κατάλληλο πόστο»!

Κατόπιν μετά από υποχρεωτική μικρή παύση από τον κορονοιο, φέτος ελπίζω να τα συμπληρώσουμε όλα, για τα δύο έτη που  μας τα στερήσαν λίγο μερικώς… Γίνανε πάλι, αλλά όχι με το «πρέπος» που θέλαμε… Να μας κάνει καλό καιρό και όλοι θα έρθουν στο Σοχό να χαρούν! Εύχομαι σε όλους και στην  οργανωτική επιτροπή, όλοι μαζί με  μεγάλη προσπάθεια, να συνεχίζουν την παράδοση για το καλό του τόπου!

Με εκτίμηση και αγάπη για τους νέους συνεχιστές!

Γιώργος Αδαμίδης

Ο Σόχαλης

Το Σοχινό καρναβάλι στον ΣΚΑΪ και την ΕΡΤ3

Και φέτος το Καρναβάλι του Σοχού συγκέντρωσε χιλιάδες κόσμου απ’ όλη την Ελλάδα που ήρθαν να το δούν. Μαζί με τους επισκέπτες και πολλά μέσα ενημέρωσης όπως ο ΣΚΑΪ, η ΕΡΤ3 και ο ALPHΑ ήρθαν να καταγράψουν το ιστορικό μας καρναβάλι

Ενθύμιον από το καρναβάλι του Σοχού του 1959. Η νύφη και ο γαμπρός και πλήθος κόσμου.

 

 

 

ΚΟΥΙΖ: ποια είναι η νύφη και ποιος ο γαμπρός; Εγώ τους ξέρω, αλλά θα ήθελα εσείς που διαβάζετε τις αναρτήσεις μου να ρωτήσετε τους μπαμπάδες και τους παππούδες σας να σας βοηθήσουν και ο καλύτερος θα αμειφθεί… ΑΠΑΝΤΗΣΗ: γαμπρός ο Κωνσταντίνος Βαγενάς και νύφη ο Γιαννάκης Παπάζης.

P1050006

 

P1040993

(Αρχείο Βαγγέλη Γλαβίνα)

Στη δεύτερη φωτογραφία δε ζητάω να βρείτε το πρόσωπο, γιατί είναι ντυμένο αράπκα και δεν διακρίνεται. Θα σας βοηθήσω εγώ. Είναι ο Τριαντάφυλλος Παπάζης του Ηλία. Αυτός ο κύριος κάθε χρόνο στις Αποκριές μας παρουσίαζε τα πιο παράξενα καρναβάλια, δηλαδή αράπκες. Άλλοτε έτσι που τον βλέπετε με κοφίνι στη μέση και τον αχυράνθρωπο και άλλοτε με διάφορα άλλα παράξενα ντυσίματα που προξενούσαν πάντα το δέος και το θαυμασμό. Κάθε χρόνο έκλεβε την παράσταση στις αράπκες. Της αράπκας το χειροκρότημα είναι το κράξιμο, όσο πιο παράξενος είσαι τόσο πιο πολύ σε κράζουν και ευφραίνεσαι λέγοντας «έχω επιτυχία!». Αυτοί οι άνθρωποι εμπλούτιζαν με τις ιδέες του το καρναβάλι μας. Γλεντούσαν και οι ίδιοι και έδιναν κέφι και χαρά στους επισκέπτες μας!

 

Με αγάπη και εκτίμηση

 

Γιώργος Αδαμίδης

 

 

Ο Σόχαλης

 

ΑΡΑΠΚΕΣ: ΠΑΛΙΕΣ, ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΚΑΙ ΑΞΕΧΑΣΤΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ «Γιου γιου σιουντούκ αράπκες (=άχρηστες αράπκες)

Μπορεί να είναι εικόνα ένα ή περισσότερα άτομα και άτομα που στέκονται

Η δική μου γενιά, δηλαδή που ήμασταν νέοι γύρω στο 1955, περιμέναμε τις Aποκριές μετά το Τριώδιο σαν κόρη οφθαλμού, γιατί γινότανε τα καλύτερα γλέντια! Στην εποχή μου δεν είχε καφετερίες, παμπ και γυράδικα και τα βράδια συγκεντρωνόμασταν παρέες παρέες στα τσαγκάρικα, στα κουρεία, στα ραφτάδικα και στο νεανικό ζαχαροπλαστείο του Κώστα Καπρίτση και παίζαμε και καμιά ξερή, κοντσίνα…

Μπορεί να είναι εικόνα 2 άτομα και άτομα που στέκονται
Αποκριές, 1964, με το φίλο Νέστορα στο καπνομάγαζο του Κιουσέ με χάλκινα του Μελά, πάνω στο τραπέζι. Νιάτα, κέφια και χαρές.

Όποιος κέρδιζε έτρωγε το σάμαλι και ο άλλος το πλήρωνε, γιατί στα παραδοσιακά καφενεία πηγαίνανε οι πατεράδες μας και ντρεπόμασταν να πάμε εμείς. Τα παραδοσιακά καφενεία ήταν του Τσιάνη Κωνσταντινίδη, του Παναγιώτη Μούτσιου «Η παλιά αμαρτία», της κυρίας Μαρίας Ασλανίδη και στο Μαράσι του Ναρρέ, του Κυρατζάκου κ. ά. Η δική μας παρέα πήγαινε στο στέκι μας, το τσαγκάρικο του Γιώργου Ζαχαρέγκα ή «ναύτη» και από κει γινότανε η οργάνωση και η εξόρμηση της Αράπκας.

Μπορεί να είναι εικόνα παιδί και στέκεται

Άλλη παρέα σύχναζε στου Γιώργου Βιολετσή, στου Κώτσιου Κούτλα ή στου Βάγγου Γλαβίνα. Μετά τα Θεοφάνεια οι συζητήσεις ήταν για τις Αποκριές και τις αράπκες.Για τους μη Σοχινούς «αράπκα» είναι ο μεταμφιεσμένος που φορά ό,τι πιο παλιό έχει και είναι όσο πιο άσχημος μπορεί. Χαίρεται μάλιστα και θεωρείται επιτυχημένος, αν τον γιουχάρουν «γιουυυυ!», αυτό είναι έπαινος για την αράπκα. Εσείς οι νεότεροι να τα διαβάσετε δυνατά στους παππούδες σας που δεν έχουν facebook για να χαίρονται.

Μπορεί να είναι εικόνα εξωτερικοί χώροι

Το 1955 οργανώσαμε να ντυθούμε και να ξεκινήσουμε μια άλλη εξόρμηση που είχε βέβαια και τα απρόοπτα, αλλά μας έδωσε μεγάλη ευχαρίστηση. Στη δική μας παρέα πυρηνικό στέλεχος ήμουν εγώ ο Γεώργιος Αδαμίδης και οι Νέστωρ Γερμιτσιώτης και Ηλίας Σερενίδης ή Γκούρτσιος. Οι υπόλοιποι ακολουθούσαν και στην πορεία σμίγαμε και με άλλους, γιατί τα βράδια αμέτρητες αράπκες κυκλοφορούσαν. Με την παρέα μας θέλανε όλοι να έρθουν, γιατί ήξεραν ότι θα περάσουν καλά. Μια παρέα που πάντα έσμιγαν μαζί μας ήταν ο Κώστας ο Δόιρανλής με τα αδέρφια του, Γιαννούλη, Σπύρο και Μιχαλάκο. Ο κόσμος μας δεχόταν στα σπίτια, γιατί θα πήγαινε καλά η χρονιά και θα είχαν μπερεκέτια. Κανείς δεν μας αναγνώριζε και εμείς αισθανόμασταν μεγάλη ευχαρίστηση. Πηγαίναμε κυρίως εκεί που είχαν κορίτσια στην ηλικία μας, για να δούμε το νοικοκυριό τους και τα κορίτσια πήγαιναν αντίστοιχα εκεί που είχε παλλικάρια.

Μπορεί να είναι εικόνα 2 άτομα και άτομα που στέκονται
Εγώ ντυμένος αράπκα γυναίκα γερακίνα και η αδερφή μου Μαρίκα Αδαμίδου Μιάκουν ντυμένη παππούς, περίπου 1951

Και τώρα θα αναφερθώ σε μια ακόμη ευχάριστη εξόρμιση, που ξημερωθήκαμε. Η συνεννόηση ήταν να ντυθούμε ο καθένας, όπως νόμιζε, και όσο το δυνατόν πιο άσχημος να γίνει. Το σημείο συνάντησης ήταν το πλατάνι του Τζουμαλή στο Μεσοχώρι με τη μεγάλη βρύση και από κει θα άρχιζε το γλέντι των εξορμήσεων. Ο Νέστορας είχε κάνει μια μεγάλη υφασμάτινη προσωπίδα με κέρατα τράγου, τα είχε πάρει από τον κρεοπώλη, τον Τζότζιο του Ντανήλ, γιατί και αυτός ήταν καρναβαλιστής και μας πρόσεχε! Όποιος τον έβλεπε με αυτή την περιβολή τρόμαζε, ακόμη και εμείς που τον ξέραμε, ήταν τρομερά επιτυχημένος! Όποιος τον έβλεπε άλλαζε δρόμο από το φόβο. Εγώ είχα ένα τσαγερό τυλιγμένο με μισάλι στο κεφάλι για να κρύβεται και να φαίνεται και σαν προσωπίδα και σκύβοντας για να χαιρετήσω περέχνα τους άλλους. Όλοι απορούσαν από που έρχεται το νερό. Ο Ηλίας ο Γκούρτσιος φορούσε ένα μεγάλο κεφάλι ίσαμε με ένα καζάνι, που το είχε φτιάξει ο μακαρίτης Γιώργος Χατζηλεμονίδης και το είχε χαρίσει στην παρέα μας. Όλοι οι υπόλοιποι φορούσαν ότι πιο φοβιστικό είχαν βρει.

1. Πρώτη επίσκεψη-επιδρομή στο σπίτι του Άγγελου Τζουμαλή, κάναμε καλό χερικό. Χτυπήσαμε την πόρτα, μας ανοίγει η κυρία Αθανασία και ο κύριος Άγγελος Σάμος ή Τζουμαλής, καλόκαρδοι. Μας υποδεχτήκανε με μεγάλη χαρά, καθίσαμε, μας κέρασαν και είπαμε τα «χρόνια πολλά». Μετά σαν να ήμασταν συμπέθεροι μας ξεπροβόδησαν με την γκαζόλαμπα, για να μη σκοντάψουμε, φυσικά δεν ήξεραν ποιοι ήμασταν, δε μας γνώρισαν με το ντύσιμο που είχαμε. Μας ευχήθηκαν να περάσουμε καλά και πάλι να τους επισκεφτούμε αυτές τις άγιες μέρες.

 

2. Προχωρώντας κατόπιν χτυπάμε την πόρτα του μπάρμπα Αποστόλη του Κόλτσιου. Οι παλιοί τον θυμούνται: ψηλός, δυνατός, μερακλής γλεντζές και με μεγάλο μουστάκι. Αυτός είχε πιει μερικά ουζάκια και ήταν ήδη στο τσακίρ κέφι. Ανοίγει η τέτα Λέγκου, μόλις μας είδε αφήνει την πόρτα ανοιχτή, τρέχει μέσα και φωνάζει: «Αποστόλη, στράσνιε αράπκε(=φοβερές αράπκες). Πάει στο σπίτι και κάθεται φοβισμένη σε μια γωνιά. Ο μπάρμπα Αποστόλης ξαπλωτός δίπλα στο τζάκι, γιατί είχε λίγη ψύχρα, με το πενηνταράκι το τσίπουρο και στο κέφι. Εμείς χτυπάμε μπαίνοντας το ντέφι, ο μπάρμπα Αποστόλης μας λέει: «ορίστε, μπούι ρουμ». Σηκώνεται αυτός όρθιος, βάζει το ποτηράκι στο κεφάλι, εγώ χτυπάω το ντέφι, όλοι μαζί χορεύουμε και γίνεται ένας πανζουρλισμός εκεί μέσα.». Δίνει εντολή στην τέτα Λέγκου να φέρει το μεγάλο μπουκάλι το ούζο και μας κερνάει όλους. Φεύγοντας τον ευχηθήκαμε να έχει πολλά μπερεκέτια η λίμνη Βόλβη, ψάρια δηλαδή, γιατί ήταν ψαράς και τα πουλούσε στην Νιγρίτα. Αυτός χάρηκε πάρα πολύ. Μέχρι εδώ πήγε η βραδιά μας πολύ καλά με γέλιο και χαρά.

3. Έπειτα αλλάξαμε γειτονιά, πήγαμε σε ένα άλλο σπίτι που είχε 2-3 κοπέλες. Ανεβαίνοντας τη σκάλα φτάνουμε στην εξώπορτα. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν βαθιά θρησκευόμενοι και δεν τους άρεζαν αυτά…και με το δίκιο τους, αλλά εμείς ήμασταν μικρά παιδιά και δε το σκεφτήκαμε…Η αράπκα με τα κέρατα σαν πραγματικός Σατανάς ήταν… Όπως ήμασταν μπουλούκι 6-7 άτομα ανεβαίνουμε στη σκάλα με μπροστάρη το Νέστορα με τη μάσκα με τα μεγάλα κέρατα. Χτυπάμε την πόρτα, ανοίγει η τέτα, μας βλέπει καλά καλά και αρχίζει να φωνάζει: «σατανάδες σατανάδες! Να φύγετε από δω» . Εμείς όσο ακούγαμε πιο μέσα χωνόμασταν. Από τις φωνές βγήκαν οι γείτονες στα παράθυρα και μας κράζαν: «Γιου γιου σιουντούκ αράπκες (=άχρηστς αράπκες)». Αυτό για μας ήταν το χειροκρότημα. Στο τέλος, εμείς όπου φύγει φύγει… Άδοξη επιχείρηση, υποχωρήσαμε από κει, αλλά δεν χάσαμε την ψυχραιμία μας, γιατί οι μισοί μας κυνηγούσαν και οι υπόλοιποι από τα μπαλκόνια μας παίνευαν με το γιουχάρισμα «Γιου γιου σιουντούκ αράπκες (=άχρηστες αράπκες)». Άλλοι γελάσαν, άλλοι φωνάζαν.

4. Τώρα είπαμε θα πάμε στον Παναγία Μαχαλά. Ξέραμε ότι εκεί θα μας δεχόταν καλά και θα περνούσαμε ωραία και πήγαμε στον Νίκο Ζαχαρέγκα, συνομήλικο μας φίλο και καλό γλεντζέ, όχι όμως στις αράπκες αλλά ήταν μανιώδης καρναβαλιστής. Φτάσαμε λοιπόν στο σπίτι του, στην Κρύα Βρύση. Μόλις είδε αράπκες αμέσως μας άνοιξαν και η θεία Ανδρονίκη μας δέχτηκε με μεγάλη χαρά και για να μας ευχαριστήσει μας κέρασε γλυκό πορτοκάλι. Για να το φάμε όμως έπρεπε να βγάλουμε τις μάσκες, που δε θέλαμε. Τελικά, τις βγάλαμε και γίναμε μια ευχάριστη παρέα. Ο Νίκος για μας ευχαριστήσει κατεβαίνει κάτω στο χαγιάτι και ντύθηκε καρναβάλι με κουδούνια και έγινε ένα γλέντι τρικούβερτο. Μας λέει ο Νίκος μετά: «εγώ καρναβάλι και εσείς αράπκες, έρχομαι μαζί σας». Η ώρα είχε περάσει, «που θα πάμε;» με ρωτάνε. Τους λέω: «Θα πάμε σε ένα σπίτι, που δεν ενοχλούμε κανέναν».5. Πάμε λοιπόν στο φίλο μας τον Νάσο τον Καρακόλη, που ήταν μόνος του στο σπίτι. Ήταν ο αδερφός του Πάνου του Καρακόλη, μόλις μας είδε άνοιξε η καρδιά του και περάσαμε πολύ ωραία εκεί. Όταν λάλησαν τα κοκόρια, φύγαμε τελικά για τα σπίτια μας.Αυτά γινότανε εκείνα τα χρόνια, αγνά, παραδοσιακά και κυρίως ανέξοδα, γιατί δεν υπήρχαν τα όβολα.Με πολύ αγάπη και μεράκι (ελπίζοντας να μη θίγουμε κανέναν).

 

Γιώργος Αδαμίδης η τέως αράπκα με πολλά χρόνια προϋπηρεσία. Αν βρω συνομηλίκους επιθυμώ να ξαναγίνω!

Ο Σόχαλης

ΟΙ ΑΡΑΠΚΕΣ: ZΩΝΤΑΝΕΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Στο Σοχό την παραμονή της εβδομάδας της Αποκριάς την αποκαλούσαμε Μεγάλη και Ευχάριστη εβδομάδα.

Οργάνωνα στις δεκαετίες του ’50 και ’60 από τη γειτονιά μου την παρέα, για να γίνουμε Αράπκες. Για όσους δε γνωρίζουν τον όρο Αράπκα, εξηγώ ότι είναι το μεταμφιεσμένο καρναβάλι, το οποίο υποδύεται διάφορες μορφές και σατιρίζει πρόσωπα και πράγματα, που απασχολούν την κοινή γνώμη εκείνη την εποχή. Τελικά Αράπκα είναι ο κάθε μεταμφιεσμένος, σε αντιδιαστολή με τον κουδουνοφόρο, που στο Σοχό αποκαλείται Μέριο και έχω μιλήσει διεξοδικά γι’ αυτόν σε άλλη ανάρτησή μου.

ce92ceb1cf81ceb5cebbcf8ccf86cf81cebfcebdceb5cf82

Οργάνωνα λοιπόν την παρέα μου με αρχηγό την κυρία Ελευθερία του Γραμμένου (όνομα του συζύγου της) και τα υπόλοιπα κορίτσια από του ’52, δηλαδή τον Τριούπτσιο μαχαλά και περνούσαμε υπέροχα. Άλλοι συμμετέχοντες ήταν οι εξής: Βαγγελιώ του Κόφτη, Μαριάνθη Τριφωνίδη, Ολυμπία Τρυφωνίδη, Αγγελική Ζαχαρέγκα, Πολυξένη Ρίζιου, Μαρίκα Αδαμίδου (η αδερφή μου), Χρυσάνθη Κανάρη, Χρυσούλα Μέντα κ. ά.

Εγώ ο Γιώργος Αδαμίδης, μικρότερος και σαν κόκορας της παρέας αυτής την οργάνωνα πάντα, γιατί ήμουν μερακλής. Ξεκινούσαμε λοιπόν για τις βραδινές μας επιδρομές πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι, αλλά ξέραμε εκ των προτέρων σε ποιο σπίτι θα μας δέχονταν και θα μας άνοιγαν την πόρτα. Το να έρθει η Αράπκα στο σπίτι σου θεωρούνταν ευλογία, γιατί θα πήγαινε καλά η σοδειά και έτσι την περίμεναν με ανυπομονησία και τη δέχονταν με ευχαρίστηση.

Ξεκινούσαμε από το σπίτι του Γραμμένου Ποϊράζη και ανηφορίζαμε προς το Μαράσι.
Ο καθένας φρόντιζε μόνος του να ντυθεί στο σπίτι του φορώντας ό,τι πιο παράξενο και περίεργο έβρισκε, ώστε να προκαλεί το δέος και το φόβο όσων τον έβλεπαν, αλλά ταυτόχρονα και το γέλιο. Η κυρία Ελευθερία για παράδειγμα έβαζε ως αρχηγός στο κεφάλι της ένα τσαγερό γεμάτο με νερό και το κάλυπτε με ένα μισάλι (=πετσέτα) για να μη φαίνεται. Ταυτόχρονα φαινόταν θεόρατη. Μόλις φτάναμε στο σπίτι της πρώτης επίσκεψης, έμπαινε μέσα, έπαιρνε χειραψία ως αρχηγός και συγχρόνως σκύβοντας το κρυμμένο τσαγερό κατάβρεχε την νοικοκυρά. Αυτή ξαφνιαζόταν , καθώς δεν καταλάβαινε από πού έρχεται το νερό.

Η φωτογραφία είναι από την εξαιρετική παράσταση «Ονειροκρίσεις και έρωτες» από τη λαογραφική ομάδα γυναικών Σοχού στις 18.2.2017! Εδώ παρουσιάζεται η αράπκα με το τσαγιερό στο κεφάλι που είχε μεγάλη επιτυχία!

Δείτε την εδώ!

Αποτέλεσμα εικόνας για αραπκες ονειροκρίσεις

Πρώτη επίσκεψη στο Μαράσι ήταν στο σπίτι του Γκέτσιου.

Εκεί αντικρίσαμε μια φορά τρεις μανιές (=γριές) ξάπλα, καθώς έκαιγε το τζάκι στο κατακόρυφο. Μπαίνοντας μέσα όλοι μας, περίπου 10-12 άτομα, μας έκλεισε την εξώπορτα ο Νίκος ο Γκέτσιος, για να μην μπορούμε να βγούμε μετά και να μας αναγνωρίσει. Η κυρία Ελευθερία που είχε το τσαγερό και ήταν χοντρά ντυμένη μας λέει: «Ζα πούκνα=θα σκάσουμε!». Κάναμε τότε μια μεγάλη επίθεση, ανοίξαμε ορμητικά την πόρτα και βγήκαμε. Πρωτοστάτησε η Βαγγελιώ του Κόφτη, που έκανε την αντεπίθεση, έσπασε την πόρτα, βγήκαμε έξω και γλιτώσαμε. Ευτυχώς που δεν μας γνώρισαν, γιατί θα πληρώναμε και την πόρτα.

Προχωρώ στο δεύτερο ευτράπελο επεισόδιο.

Είπαμε να πάμε προς Παναγία Μαχαλά, για να μας υποδεχτούν ίσως καλύτερα. Φτάσαμε προς την Παναγία, προς του μπάρμπα Δημητρού Γιαννάκη το σπίτι, που η γυναίκα του ήταν πολύ μερακλού και όντως μας υποδέχτηκε με μεγάλη χαρά. Μας κέρασε και άρχισε να τραγουδάει μαζί μας καρναβαλίστικα τραγούδια. Τότε ο αρχηγός μας, η κυρία Ελευθερία, της αποκαλύφθηκε, γιατί ήταν φιλενάδες και αυτή από τη χαρά της έσμιξε με τον όμιλό μας και ήθελε να μας ακολουθήσει στις νυχτερινές περιπλανήσεις μας. Τότε συνέβησαν τα παρακάτω. Τους λέω εγώ, ο Γιώργος Αδαμίδης: «Θα πάμε στου Διονύση του Συκομίτη το σπίτι!». Αυτός γινόταν πάντα Αράπκα, τυλιγμένος με ένα πάπλωμα που δεν ήξερες τελικά ποιο είναι το φυσικό του χρώμα από τα πολλά μπαλώματα. Γινόταν Αράπκα παρέα με το Νίκο του Λύκα (=Κατσίνα), ο οποίος είχε μεγάλη προτίμηση στα άσπρα μακριά βρακιά με τα βρακοζούνια, που τα έδενε κάτω από το γόνατο. Έσπαζαν ρεκόρ κάθε χρόνο. Το κράξιμο της Αράπκας ήταν το χειροκρότημά της, δηλ. θεωρούνταν επιτυχημένοι οι πιο άσχημοι και αυτοί που δέχονταν τις περισσότερες κοροϊδίες. Θεωρήσαμε λοιπόν σωστό και πρέπος να πάμε επίσκεψη και στο σπίτι του Διουνύση Σικομύτη, για να τον τιμήσουμε ως καλή Αράπκα και για να πάει καλά η χρονιά του. Φτάσαμε στο χαγιάτι και εκεί είχε μια σκάλα ξύλινη με σανίδια, για να ανεβαίνει στην πολάτα (=δηλ στο εξωτερικό σαλόνι του πρώτου ορόφου). Μόλις ανεβήκαμε στην πολάτα όλοι μαζί ο Διονύσης βγήκε απότομα από το δωμάτιο μαζί με τη γυναίκα του, τη Μαρίκα το βρακολάκ. Η κυρία Ελευθερία ως αρχηγός πήγε να την κάνει χειραψία και την κατέβρεξε κατά τα γνωστά. Ο Διονύσης που δεν του άρεσαν όλα αυτά αρπάζει μια φορτωτήρα (=βασταγαριά, ξύλο) και μας κυνηγάει. Όπως ήμασταν μπουλούκι όλοι μαζί μπουρδουκλωθήκαμε στη σκάλα και τα πόδια μας χώθηκαν μέσα στα κενά των σανιδιών. Οι γυναίκες-Αράπκιες άρχισαν έντρομες να τσιρίζουν και προκλήθηκε πανικός. Τελικά, ευτυχώς ξεμπλεχτήκαμε και κατεβήκαμε φοβισμένοι τη σκάλα χωρίς να έχουμε σπάσει κανένα πόδι, ενώ ο Διονύσης έξαλλος συνέχιζε να μας βρίζει και να χτυπάει τη φορτωτήρα στα παρμάκια (=ξύλινα κάγκελα). Η επίσκεψη τελείωσε άδοξα, ωστόσο ποτέ δε χάναμε το κουράγιο μας και συνεχίζαμε ατρόμητοι.

Τρίτο και τέταρτο επεισόδια, πιο ευχάριστα:

Είπε η κυρία Ελευθερία (Θεός σχωρέστην): «Θα πάμε στο Δημητρό του Ντρούτα=Σερενίδη, γιατί εκεί κερνάνε ρακί με τυρί μεζέ, σε μεγάλα κομμάτια, γιατί έχουν κοπάδι με πρόβατα». Ακολουθώντας την προτροπή και την εμπειρία της πήγαμε στο Δημητρό του Ντρούτα. Εδώ μας δέχτηκαν πολύ ωραία και τραγουδήσαμε και χορέψαμε όλοι μαζί αφήνοντας τους την ευλογία να πάει καλά η χρονιά και η σοδειά τους.

Για το τέλος αφήσαμε να πάμε στο σπίτι του μπάρμπα Κώτσιου Καραγεωργίου, του ταχυδρόμου, που πάντα καλοκάγαθα μας δεχόταν. Εκεί μας κέρασαν το καλύτερο λουκούμι, σαν πλιθιά μεγάλο και αποκαλυφθήκαμε στο τέλος όλοι. Η γυναίκα του, η θεία Φανή και ο μπάρμπα Κώτσιος μας κράτησαν ως τις πρωινές ώρες με κέφι, γλέντι και τραγούδι. Γίναμε όλοι μια ευχάριστη συντροφιά, και τελικά η βραδιά μας έκλεισε με χαρά, παρά τις προηγούμενες δύο πρώτες κακές περιπέτειες.

Τα παραπάνω τα καταλαβαίνουν περισσότερο οι Σοχινοί φίλοι μου που γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα. Πιστεύω όμως ότι τα χαίρονται και οι πολυπληθείς αναγνώστες του ιστολογίου μου, καθώς λαμβάνω σχετικά μηνύματα για να εμπλουτίζω τις αναρτήσεις μου. Θέλω να σημειώσω ότι την παλιά εποχή με απλά πράγματα χαιρόμασταν, αλληλοβοηθιόμασταν και περνούσαμε ευχάριστα και χαρούμενα.

Παλιές ονομασίες της στολής του Μέριου και ο Αβραμίκος Αδαμίδης

Εικόνα
Πηγή φωτογραφίας Sohosfm. Τα σπαθιά δική μου κατασκευής.

Ο αγαπημένος μου και μακαρίτης πλέον ξάδερφος, Αβραμίκος Αδαμίδης ήταν θεόρατος, όπως θυμούνται οι παλιοί: 2 μέτρα ύψος και φαρδύς με πολλές δυνάμεις. Όταν είχαν κατεβάσει την καμπάνα του χωριού, για να της επισκευάσουν, επειδή είχε ραγίσει, κανένας δεν μπορούσε να τη σηκώσει. Ζύγιζε περίπου 400 οκάδες και μόνο αυτός τη μετακίνησε.

Κατά το έτος 1953 όλοι είχαμε γίνει καρναβάλια και έγινε και αυτός. Να βρει στολή στα μέτρα του ήταν αδύνατο. Βρήκε τελικά ψάχνοντας μια στολή από τον Νικόλα Κουκουτζέλη ή Κόλιο του Τούσιου, παππού του Ζαχαράκη. Αυτός ο παππούς ο Νικόλας ήταν σχετικά κοντός. Αφού ο Αβραμίκος βρήκε στολή, ντύθηκε τελικά. Το ντελί τσικτσίρι (έτσι λεγόταν το παντελόνι το δερμάτινο του μέριου) του Νικόλα του έφτανε μέχρι τα γόνατα. Το αρκαλούκι (το δερμάτινο σακάκι του καρναβαλιού) του Νικόλα μόλις το φόρεσε και ούτε ως τη μέση του έφτανε. Σκίστηκε κιόλας στην πλάτη και με το ζόρι του το φορέσαμε, αλλά φαινόταν ολόκληρος. Ήρθε σειρά τώρα για το καλπάκι. Το βάζουμε, που να χωρέσει στο κεφάλι του Αβράμ. Λέει τότε ο Δημητρός του Κυριακού που τον έντυνε: «Θα το τραβήξουμε μια μαχαιριά από πίσω να φαρδαίνει!». Καλώς κακώς ο Δημητρός το εφάρμοσε στο κεφάλι του αείμνηστου Αβραμίκου, αλλά το μισό κεφάλι ήταν απέξω. Ε! τον ξεπροβόδησε ο Δημητρός από το σπίτι της θείας μου Αλεξάνδρας, του έδωσε το τσίπουρο, ένα μαντίλι μεγάλο για να βάζει τα πορτοκάλια και τα σύκα τις μπουρλιές που κερνούσαν τα καρναβάλια εκείνη την εποχή. Η θεία μου Αλεξάνδρα και εμείς οι υπόλοιποι τον ρίξαμε νερό με το ποτιστήρι για να πάει καλά η χρονιά και αυτός να είναι μπερεκετλής.

Μόλις βγήκε έξω από την πόρτα αντάμωσε τον Αλκιβιάδη του Βαρελά. Τον ρώτησε: «Αλκιβιάδη, γνωρίζομαι;». Τον απαντάει ο Αλκιβιάδης με τη Φανούλα τη γυναίκα του: «Μια χαρά είσαι, Αβράαμ, ούτε φαίνεσαι καθόλου!» Εν τω μεταξύ, φαινόταν ολόκληρος ότι ήταν ο Αβραμίκος.

Παίρνει θάρρος αυτός, μπαίνει μέσα στα καρναβάλια και αρχίζει να χορεύει από όλους πιο πολύ. Τότε φωνάζουν απέξω: «Μπράβο, Αβραμίκο, είσαι ο καλύτερος!» (Το καρναβάλι κανονικά δεν πρέπει να γνωρίζεται).

Παρέα είχε μαζί του 2 ακόμη ψηλά καρναβάλια, αλλά όχι όσο αυτός: ο Σταύρος ο Πάτκας και ο Γιάνκος ο Κασμέρης.

Όπου πηγαίναν στα σπίτια να κάνουν επίσκεψη, όλοι φώναζαν «Γεια σου, Αβράμ!». Αυτός έκπληκτος ρωτούσε: «»Καλά πώς με γνωρίζετε;». Ο θείος μου Θανασάκης ο Αδαμίδης που τον επισκέφτηκαν, του λέει: «Αβράμ, δεν γνωρίζεσαι καθόλου, αν και είσαι ολόκληρος ανοιχτός, τράβα μπροστά».

Τώρα οι καρναβαλιστές βγάζουν το καλπάκι, εκείνη την εποχή ήταν ντροπή να βγάλεις το καλπάκι  ή να σε γνωρίσουν ποιος είσαι. Μόνο εσύ, αν ήθελες στα συγγενικά σου πρόσωπα, που κερνούσες έλεγες ποιος είσαι. Αυτά με τη σειρά τους σε κερνούσαν πενηνταράκι, σύκα και πορτοκάλια. Το καρναβάλι πήγαινε στα συγγενικά του σπίτια, γιατί θεωρούνταν ευλογία και θα γίνονταν τα καλαμπόκια.

Αυτά για τον αγαπητό μου ξάδερφο μου, Αβραμίκο, που είχε μείνει ως το «καλύτερο» καρναβάλι εκείνης της εποχής!

Με αγάπη

Γιώργος Αδαμίδης ο Σόχαλης

ΚΑΛΗ ΑΠΟΚΡΙΑ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ

ΟΛΟΙ ΣΤΟ ΣΟΧΟ!!!

Σχετικά με το Μακεδονικό Αγώνα στο Σοχό

Οι παρακάτω φωτογραφίες προέρχονται από το αρχείο του αείμνηστου Νικολάκη Καρακόλη, που τις φυλάγει με ευλάβεια σήμερα η Ουρανία Παπάζη.

11/7/1917, κάρτα της Ελένης Δουμπαλακίδου στον εξάδερφό της Νικοκάκη Καρακόλη.
Διάβασα στο facebook Sohos μια ανάρτηση που αφορά την οικογένεια Δουμπαλάκη και αναφέρω και εγώ τι γνωρίζω σχετικά με την οικογένεια Δουμπαλάκη.
Θα πω όσα ξέρω από τις διηγήσεις του παππού μου, Ευάγγελου Παπάζη του Τριανταφύλλου, πατέρα της μητέρας μου και από τον θείο μου Νικολάκη Καρακόλη, αδερφό της γιαγιάς μου, λόγιο της εποχής. Ο αείμνηστος Νικολάκης Καρακόλης είχε στενή επαφή με την οικογένεια Δουμπαλάκου, γιατί είχανε και συγγένεια. Στο αρχείο του, που το διατηρεί με ευλάβεια η νύφη του Ουρανία Παπάζη βρίσκονται πολλές φωτογραφίες και ιδιόχειρες σημειώσεις από μέλη της οικογένειας Δουμπαλάκου, που κατοικούσαν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ο παππούς μου Ευάγγελος Παπάζης προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στο Μακεδονικό Αγώνα με μεγάλο ζήλο κατά τα έτη 1903-1908 μαζί με άλλους Σοχινούς (βλ. περισσότερες πληροφορίες στο βιβλίο μου σελίδα 94 και στο ιστολόγιό μου). Πράγματι η οικογένεια Δουμπαλάκη ήταν Σοχινή και μορφωμένη για την εποχή εκείνη. Νομίζω ότι ήταν τρία αδέρφια και κατά τον Μακεδονικό Αγώνα λάβανε μέρος. Ο ένας αδερφός κατατάχτηκε στο Βουλγάρικο Κομιτάτο και αργότερα έγινε ανώτερος αξιωματικός του βουλγαρικού στρατού. Τα άλλα δύο αδέρφια του δεν τον ακολούθησαν και πήγαν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Είχαν μεγάλη οικονομική άνεση και μεγαλούργησαν στην Αλεξάνδρεια. Τα παιδιά τους είχαν καίριες θέσεις στην ελληνική πρεσβεία. Αυτά μου διηγήθηκε ο παππούς μου και ο αδερφός της γιαγιάς μου, Νικολάκης Καρακόλης, που ήταν ξαδέρφια με τους Δουμπαλάκηδες. Τα παιδιά τους από την Αλεξάνδρεια μέχρι το 1960 επισκέπτονταν το θείο μου, Νικολάκη Καρακόλη, στη Θεσσαλονίκη, όπου διέμενε στην οδό Αρριανού και είχαν επαφές και καλές σχέσεις και συμβουλεύονταν το θείο μου, το Νικολάκη Καρακόλη.
Τώρα όσο αφορά το ολοκαύτωμα του 1944 ήμουν και εγώ ο Γιώργος Αδαμίδης, 12 ετών τότε, αυτόπτης μάρτυρας. Μου συγκέντρωσαν τα γυναικόπεδα στο δημοτικό σχολείο και τους άνδρες στους 12 Αποστόλους, για να μας σκοτώσουν και να γίνει όλος ο Σοχός ολοκαύτωμα. Η μάνα μου, Δήμητρα Αδαμίδου με ένα πλαστό ψωμί στο χέρι και ένα τουρβά με λίγα έγγραφα και λίγα χρήματα με πήρε τα 3 παιδιά (Γιώργο, Μαρίκα και Ευάγγελο), πήγαμε στο δημοτικό σχολείο (εκεί που ανεβαίνει η άσφαλτος για τους 12 Αποστόλους ήταν ένα ρέμα) και περιμέναμε όλο το χωριό ώρα με την ώρα να μας σκοτώσουν. Ως εκ θαύματος ακούσαμε ότι ήρθε νεότερη διαταγή να μας αφήσουν ελεύθερους. Ακούσαμε ότι ήρθε καβαλάρης Βούλγαρος από την Ξυλούπολη, όπου ήταν η έδρα των Βουλγάρων και έφερε τη διαταγή να μας αφήσουν ελεύθερους. Λέγανε ότι ο Δουμπαλάκος ήταν ανώτερος αξιωματικός του βουλγάρικου στρατού και επενέβη και γλιτώσαμε από το ολοκαύτωμα. Φεύγοντας από το Σοχό οι Βούλγαροι από το κακό τους που δεν μας σκότωσαν, όποιον βρίσκανε στο δρόμο τον έπιαναν για αντιστασιακό και τον σκότωναν. Σκοτώσανε και δύο Σοχινούς κτηνοτρόφους αδέρφια, τον Νάκο Καραγώγο και τον Κοσμά Καραγώγο. Γλίτωσε ο Πεϊτσίδης Θόδωρος που πήδηξε στο βράχο και ζούσε μέχρι πρόσφατα και μας τα διηγούνταν αυτός.
Για τους Μακεδονομάχους Σοχινούς θα διαβάσετε στο βιβλίο μου σελίδες 74-83 αναλυτικά.

Με εκτίμηση και αγάπη

Γιώργος Αδαμίδης
Ο Σόχαλης

ΣΟΧΙΝΟΣ ΑΠΟΚΡΙΑΤΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ ΤΩΝ ΕΤΩΝ 1978 ΚΑΙ 1985

P1050002

(Αρχείο Βαγγέλη Γλαβίνα)

Θα αναρτήσω δύο παλιές φωτογραφίες από τον τοπικό παραδοσιακό γάμο, που οργανώναμε με συμμετοχή του γυμνασίου και λυκείου χορού. Μας πλαισιώναν όλα τα παιδιά με τη συμμετοχή και των καθηγητών. Θυμάμαι κάποιον λυκειάρχη Αμπατζή πολύ μερακλή και τον κύριο Κατσανίκο, που με μεγάλη προθυμία μας συμπαραστέκονταν με το έμψυχο υλικό. Τα παιδιά ερχόταν οργανωμένα και πάντα είχαμε επιτυχίες. Εγώ αναλάμβανα να στήσω τον κορμό του γάμου, όπως βλέπετε και στη φωτογραφία (13.3.1978). Τα συμπεθέρια της νύφης, την πεθερά, το ντέβερ και ό,τι άλλα πρόσωπα ήταν απαραίτητα. Για να πετύχει ο γάμος χρειάζονταν και τα άλογα, οι αγωγιάτες, η προίκα κτλ. Στη φωτογραφία βλέπετε και άτομα που μας άφησαν για την «απέναντι όχθη»: ο Απόστολος Μπούφος ως πεθερός με το κόκκινο φαρδύ ζωνάρι αριστερά. Ο Πολύμης Πεϊτσίδης ή Πολύμης του Μούντιου με το πανέρι δεξιά πάντα έδεινε το βροντερό παρόν σε όλες τις εκδηλώσεις. Πίσω του Πασχάλης Μπούφης και Κώστας Δόιραλης. Πρώτος αριστερά Βάγγος Γλαβίνας. Δεξιά με το δεξί χέρι σηκωμένο και μπλε μεταξωτό ζωνάρι εγώ ο Γιώργος Αδαμίδης που δίνω το ρυθμό του γάμου στην πομπή. Πρώτος δεξιά το άξιο ντέβερ που διέπρεψε δεκαετίες ολόκληρες σε αυτό το σπουδαίο ρόλο ο Γιαννάκης του Τσιάνη. Πίσω ακολουθούν όλα τα παιδιά του γυμνασίου με τους καθηγητάς τους, που έδειναν το κέφι στην πομπή.

P1040997

(Αρχείο Βαγγέλη Γλαβίνα)

Στην δεύτερη φωτογραφία διακρίνουμε σε πρώτο πλάνο τους ζουρνατζήδες (το Γιώργο το νταουλτζή και το Γιαννάκη) και από δεξιά το Βάγγο τον Γλαβίνα και δίπλα του εγώ, ο Γιώργος Αδαμίδης. Αυτή τη χρονιά δεν είμαι ντυμένος, γιατί είχα πένθος για τον πεθερό μου. Πίσω η νύφη και ο γαμπρός και όλο το σόι που είναι τα παιδιά του γυμνασίου.

Με πολύ μεράκι διασκεδάζαμε τον κόσμο, αλλά διασκεδάζαμε και εμείς, γιατί το είχαμε στο πετσί μας. Χαίρομαι που τα νέα παιδιά ακολουθούν με ενθουσιασμό τις υπέροχες παραδόσεις του Σοχού μας και υπάρχουν συνεχιστές. Σπειραμε το σπόρο ο παλαιότεροι και τώρα θερίζουμε τους καρπούς μας.

 

Με αγάπη

 

Γιώργος Αδαμίδης

 

 

Ο Σόχαλης

5.5.2019, ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΘΩΜΑ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΒΟΛΒΗ

Έθιμα της γιορτής του Αγίου Γεωργίου [πολιούχου του Δήμου] (23 Απριλίου)

Λειτανεία ιερών εικόνων:

Γίνεται  λιτανεία και η περιφορά των ιερών εικόνων από το χάραμα μαζί με το ξύπνημα της Άνοιξης, για να βρέξει ο Άγιος και να καρποφορήσουν τα χωράφια.. Στις 6 ή ώρα το πρωί ο κόσμος συγκεντρώνεται στον Άι Γιώργη, πάει μπροστά η ελληνική σημαία, τα εκκλησιαστικά λάβαρα, και ο κάθε ένας που έχει κάνει το τάμα του παίρνει την εικόνα στο δεξί ώμο και με τις ψαλμωδίες γυρνάνε όλο το χωριό. Ο Γεώργιος Αδαμίδης για 20 συναπτά έτη κουβαλούσε την εικόνα του Χριστού με βάρος 25 κιλών, μια από τις παλαιότερες μεγάλες φορητές εικόνες του τέμπλου.
Η διαδρομή είχε ως εξής: Άι Γιώργης ως Κοιμητήριο Παναγίας-δέηση. Επόμενη στάση Κουμλούκι-δέηση για το δυτικό τμήμα του χωριού, στάση νότια Αγία Παρασκευή-δέηση, στάση Αγίας Μαρίνας-δέηση, στάση Αγίου Μοδέστου-δέηση, στάση Μπιμπέρακ=Σαράντα Μάρτυρες-δέηση, στάση Δώδεκα Απόστολοι-δέηση, στάση Αγίου Δημητρίου-δέηση, Άγιος Γεώργιος επιστροφή και θεία λειτουργία.
-Την ίδια μέρα γίνεται το έθιμο του κλήδονας (=το μαντουφάρι) για να φανερωθεί η τύχη των νέων:
Από την προηγούμενη νύχτα τα κορίτσια γέμιζαν ένα πιθάρι με αμίλητο νερό από τρεις βρύσες και έριχναν μέσα ένα προσωπικό στολίδι τους. Την ημέρα του Αγίου Γεωργίου συγκεντρώνονταν με το κλειστό πιθάρι στο πλατάνι της αγοράς, έκαναν μια κούνια με ένα σκοινί, κρεμούσαν ένα καντάρι και άρχιζε η διαδικασία του κλήδονα. Μια μικρή κοπέλα καλυμμένη στο πρόσωπο με άσπρο πανί έβαζε το χέρι στο πιθάρι, τραβούσε ένα αντικείμενο και  σε όποιον ανήκε του το έδινε, τον κουνούσαν στην κούνια και του τραγουδούσαν τον αντίστοιχο στίχο. Συνήθως, έπαιρναν μέρος οι ελεύθερες για εύρεση γαμπρού, αλλά και παντρεμένες για απόκτηση τέκνων ακόμη και άνδρες. Τους στίχους από το ημερολόγιο τους είχαν συλλέξει προ ημερών, αλλά υπήρχαν και λαϊκοί στίχοι, όπως::
Αντίκρυ μου ήρθες και έκατσες σαν ήλιος σαν φεγγάρι/
Με ρούφηξες το αίμα μου σαν το ξερό σφουγγάρι.
Αν δεν συμπαθούσαν καμιά έλεγαν:
Όσα άστρα έχει ο ουρανός τόσα παιδιά να κάνεις/
Τόσες φορές να παντρευτείς και χήρα να πεθάνεις.
Τελειώνοντας το κούνημα κρεμιόταν από τα τσιγκέλια του κανταριού (=είδος ζυγαριάς) και ζυγιζόταν. Οι πιο χοντρές θεωρούνταν οι ωραιότερες. Ακολουθούσε χορός με τον αντίστοιχο στίχο, που είχε λάχει στην καθεμιά.

Δευτέρα 29.4.2019. λιτανεια αγιου γεωργιου στο σοχο

Δευτέρα 29.4.2019.

Εορτή του Αγίου Γεωργίου και στο Σοχό αυτήν την ημέρα τη γιορτάζουμε ιδιαίτερα, καθώς κρατάμε κρατώντας τα έθιμα και την παράδοσή μας κατά γράμμα. Έτσι και φέτος γιορτάστηκε με μεγάλη μεγαλοπρέπεια, γιατί ο Άγιος Γεώργιος είναι ο πολιούχος του Σοχού και στο όνομά του τιμάται η ιστορική εκκλησία που είναι χτισμένη στην κεντρική πλατεία. Πριν τη θεία λειτουργία τελείται η Ιερά Λιτανεία που περιτρέχει όλο το χωριό.

Με αξίωσε και φέτος ο Άη Γιώργης να παρευρεθώ, γιατί είμαι «εικονολάτρης, δηλαδή λάτρης της ορθόδοξης ιερής παράδοσης μας»…

» O ΩΝ στο τέμπλο της εκκλησίας»

Εξήγησα στα παιδιά μου και τον συνονόματο εγγονό μου, Γιώργο ότι για 30 συναπτά χρόνια κουβαλούσα την εικόνα του Χριστού με την προσωνυμία «Ο ΩΝ»,  που βρίσκεται στο τέμπλο, στα αριστερά του βημοθύρου του ναού του Αγίου Χριστοφόρου, ο οποίος βρίσκεται ενσωματωμένος μέσα στο δισυπόστατο ναό του Αγίου Γεωργίου. Αυτή η εικόνα είναι βαριά, ζυγίζει γύρω στα 25 κιλά και σήμερα πια απαγορεύεται να εξέλθει του Ιερού Ναού.

Τους άφησα λοιπόν παρακαταθήκη να συνεχίσουν αυτήν την όμορφη παράδοση. Φέτος σηκώσαμε την εικόνα του προστάτη μας Αγίου Γεωργίου ιστορημένη στο Άγιο Όρος. Μεγάλη χαρά μου έδωσε ο εγγονός μου που πήγαινε μπροστά κρατώντας την ελληνική σημαία, όπως ορίζει το έθιμο.

Από τους παλιούς «εικονολάτρες» εγώ βρήκα δύο φυσικά πολύ μικρότερους από εμένα, τον Απόστολο Τζέκο και τον Απόστολο Κανάρη.

Ο Άγιος Γεώργιος να τους δίνει δύναμη και κουράγιο να συνεχίζουν ώσπου μπορούν. Επειδή πια δεν επιτρέπεται να βγουν οι μεγάλες εικόνες του τέμπλου, όπως παλαιότερα κάναμε εμείς, ο καθένας παίρνει μια μικρότερη εικόνα και την περιφέρει. Η  χάρη βέβαια είναι η ίδια!

Στα παρακάτω βίντεο φαίνεται όλη η διαδρομή της λιτανείας.

https://www.facebook.com/giorgos.adamidis.sohalis/videos/2187727707977043/

Τώρα θα αναφέρω τι κάναμε εμείς οι παλιότεροι «εικονολάτρες».

Σηκωνόμασταν πρωί πρωί πριν έρθει στην εκκλησία ο αείμνηστος καντηλανάφτης Τάκης Δάνιος. Μόλις άνοιγε το ναό πηγαίναμε με την Πασχαλινή λαμπάδα στο χέρι και την αφήναμε σβηστή μπροστά στην εικόνα που είχαμε τάμα να σηκώσουμε. Έτσι ο καθένας άλλος δεν είχε δικαίωμα να πάρει τη «δική» μας εικόνα. Όλοι προτιμούσαν να πάρουν βαριές εικόνες, εκτός από του Αγίου Χριστοφόρου που ήταν πολύ βαριά γύρω στα 40 κιλά.

Θυμάμαι ανθρώπους που μπορούσαν να σηκώσουν και αυτή την εικόνα. Ήταν ο μπάρμπα Γιάννης Δεληγιώργης και ο Βαγγέλης Θεοχαρίδης ή Ηριούς τα παλαιότερα χρόνια. Συνέχισε με αυταπάρνηση ο Αναστάσιος Χρήστος ή Τατάσης και για αρκετά χρόνια δεν την έπαιρνε άλλος, γιατί αυτός από τη νύχτα την «καπάρωνε».

Από την εκκλησία της Παναγίας τα παιδιά της γειτονιάς μας περίμεναν με τις εικόνες της έξω για να συνεχίσουν μαζί μας τη λιτανεία. Αναφέρω μερικά ονόματα που θυμάμαι και ας με συγχωρέσουν οι άλλοι τους οποίους ίσως ξεχνώ (δεν είμαι και κομπιούτερ εξάλλου): Τσίτσιος Ζαχαρέγκας του Ζαϊμη, ο Τάκης ο Φραγκής ή Σκουρτζής, ο Νίκος ο Κατσίνας ή Λίκας, ο Διονύσης ο Τερζής ή Ζέλβας.

Συγνώμη που τους γράφω και με τα παρατσούκλια, αλλά έτσι θα θυμηθούν οι παλιότεροι πρόσωπα και πράγματα και θα με καταλάβετε καλύτερα οι νεότεροι, τα εγγόνια τους.

Του Αγίου Γεωργίου γιορτάζεται και η εορτή των επαγγελματιών του Σοχού, που την καθιέρωσε ο αείμνηστος Δημήτριος Ξανθός, που πρόσφερε πολλά στα πολιτιστικά πράγματα του τόπου. Τώρα συνεχίζουν οι νέοι μας, η νέα γενιά των Επαγγελματιών του Σοχού, με πολύ μεράκι και κέφι.

Συγχαρητήρια στους συλλόγους μας που δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό για τον υπέροχο αυτό τόπο, τον Σοχό. Εύχομαι όλοι οι Σύλλογοι να έχουν πάντα καλή συνεργασία για να πετυχαίνουμε τα καλύτερα!

Ναι είμαστε καλά και του χρόνου να χαρούμε τη γιορτή του Άη Γιώργη και την υπέροχη πρωινή λιτανεία στην ανοιξιάτικη φύση με τους κελαηδισμούς των αηδονιών.

Με πολύ αγάπη αφιερωμένη η ανάρτηση στους αναγνώστες μου που με ενθαρρύνουν και μου δίνουν δύναμη να συνεχίζω!

Γιώργος Αδαμίδης

Ο Σόχαλης

Άη Γιώργης 23.4.2014

Με κάθε μεγαλοπρέπεια γιορτάστηκε ο πολιούχος του Σοχού Άη Γιώργης στις 23.4.2014.

Η όμορφη μέρα ξεκίνησε με την πρωινή λιτανεία στο χωριό. Στις 7 η ώρα το πρωί ο κόσμος συγκεντρώνεται στον Άι Γιώργη, πάει μπροστά η ελληνική σημαία, τα εκκλησιαστικά λάβαρα, και ο κάθε ένας που έχει κάνει το τάμα του παίρνει την εικόνα στο δεξί ώμο και με τις ψαλμωδίες γυρνάνε όλο το χωριό.

Η διαδρομή είχε ως εξής: Άι Γιώργης ως Κοιμητήριο Παναγίας-δέηση. Επόμενη στάσηΚουμλούκι-δέηση για το δυτικό τμήμα του χωριού, στάση νότια Αγία Παρασκευή-δέηση, στάση Αγίας Μαρίνας-δέηση, στάση Αγίου Μοδέστου-δέηση, στάσηΜπιμπέρακ=Σαράντα Μάρτυρες-δέηση, στάση Δώδεκα Απόστολοι-δέηση, στάση Αγίου Δημητρίου-δέηση, Άγιος Γεώργιος επιστροφή και θεία λειτουργία. Μας τίμησε με την παρουσίαση του ο μητροπολίτης μας κ. Ιωάννης.

Ακολούθησε παρουσίαση παραδοσιακών εθίμων του Σοχού. Οι επαγγελματίες του Σοχού παράθεσαν υπέροχα εδέσματα. Τα συγχαρητήρια στους άξιους ιερείς, στους συλλόγους με τα υπέροχα χορευτικά, στην ορχήστρα στους επαγγελματίες Σοχού και σε όλους τους φορείς που βοήθησαν στον άριστο εορτασμό του πολιούχου μας Αγίου Γεωργίου.

Γιώργος Αδαμίδης ο Σόχαλης

Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα

Εικόνα

Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα

 

 

ΦΟΥΣΤΑΝΟΥΣΣΕΣ: ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΙΚΕΣ ΣΤΟΛΕΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΟΥ ΣΟΧΟΥ

Φωτογραφία με φουστανούσσες από το Τοπικό Μουσείο Σοχού

Έχω αναφερθεί στο παρελθόν σε αξιόλογους άρχοντες το τόπου μας. Για τις γυναίκες όμως δεν έχω μιλήσει πολύ και νιώθω την ανάγκη να κάνω μια ανάρτηση για τις φουστανούσσες. Αυτή η γενιά δυστυχώς χάθηκε και έχουν μείνει τόσο λίγες, που μετριούνται στα δάχτυλα τους ενός χεριού. Αυτές ήταν η σημαία του Σοχού με τις αρχοντικές μακεδονικές στολές τους, πιο περήφανες δεν υπήρχαν σε όλη την Ελλάδα. Τώρα μόνο στο αξιόλογο Τοπικό Μουσείο Σοχού θα βλέπουν οι νεότερες γενιές τις ενδυμασίες και στους Συλλόγους μας που φυλάγουν τους αυθεντικές στολές σαν κόρη οφθαλμού. Οι νέοι Σοχινοί τις βλέπουν και αισθάνονται περήφανοι για την καταγωγή τους.

P1030703
Φωτογραφία από το αρχείο Ουρανίας Παπάζη. Από αριστερά το παιδί με το αντερί ο θείος μου Τριαντάφυλλος Παπάζης (δικηγόρος), η Ευαγγελία Ταντανόζη κρατάει τη θεία μου Σοφία Λιόλιου, στη μέση η γιαγιά μου Μαριόγκα Καρακόλη Παπάζη κρατάει αγκαλιά τη Χρυσάνθη Κευσίκογλου, η μάνα μου Δήμητρα Παπάζη Αδαμίδου κρατάει αγκαλιά το Μενέλαο Παπάζη και δεξιά η θεία μου Ελενίτσα Δερετζή. ΄Ολα τα τέκνα της Μαριόγκας Παπάζη.

Τώρα θα μιλήσω για μερικές κυρίες για τις οποίες μου αφηγήθηκαν οι παλαιότεροι και έχω και μερικές σχετικές φωτογραφίες. Ας με συγχωρήσουν οι αναγνώστες μου που θα παραλείψω πολλές, γιατί δεν μπορώ να τις θυμάμαι όλες. Βλέπω σε μια οικογενειακή μας φωτογραφία τη γιαγιά μου, που δεν τη θυμήθηκα γιατί πέθανε νέα. Είναι η Μαριόγκα Παπάζη, το γένος Καρακόλη και τη θαυμάζω. Η Ευαγγελία Ταντανόζη ήταν αδερφή του παππού μου, του Ευαγγέλου Παπάζη. Η Στεργιανή Καρακόλη, το γένος Μπουλασίκη ήταν γυναίκα του Θωμά Καρακόλη (μητέρα του Πάνου Καρακόλη, του πρώην Δήμαρχου).

Τώρα θα ξυπνήσουμε αναμνήσεις στους νεότερους από φουστανούσσες που θυμάμαι εγώ και ήταν γιαγιάδες ή μαμάδες τους και στόλιζαν το Σοχό. Δυστυχώς η δική μου μητέρα δε φόρεσε τα μακριά φουστάνια, γιατί ήταν μοντέρνα της εποχής και φορούσε ευρωπαϊκά φορέματα, που τα έλεγαν «ταγκώ».

Αριστερά είναι η Δήμητρα Παλαπίτα σύζυγος Ευαγγέλου Μπουφίδη, και δεξιά η Κατερίνα (Ρίνα) Σάμου σύζυγος Δημητρό Τσιλιπήρα brazil
Φωτογραφία από το Ola Sohos στο facebook του Σάκη Βραζιλιάνου. Αριστερά είναι η Δήμητρα Παλαπίτα σύζυγος Ευαγγέλου Μπουφίδη, και δεξιά η Κατερίνα (Ρίνα) Σάμου σύζυγος Δημητρό Τσιλιπήρα.

Θυμάμαι από τις παλαιότερες τη μανιά Θεαγένκα, μητέρα του αείμνηστου δημάρχου Μενελάου Βασιλικού, του «Ψηλού». Ήταν ψηλή, χαμογελαστή και καλοσυνάτη. Ήταν πρακτική μαμή εκείνης της εποχής. Ξεγεννούσε τα παιδιά στην περιοχή «Μαράσι». Δεύτερη τη Σοφία Μπουτσιούκη ή Γκαγκάφτα. Όταν πήγαινε στην εκκλησία τη θαυμάζαμε, γιατί ήταν πολύ θεαματική και ευγενική. Τι να πω για τη θεία μου (νάτσιο) Αλεξάνδρα  Αδαμίδη, γυναίκα Χριστοδούλου Αδαμίδη και κόρη του τσορμπατζή εκείνου Αβραάμ Αβραμίδη; Αυτή φορούσε τα πιο ακριβά φορέματα και της άρεζε πάντα το καλό. Όταν ψούνιζε, ψούνιζε πάντα άλκαπα, δηλαδή το ακριβότερο ύφασμα. Της άρεζε να της λένε ότι φοράει τα καλύτερα υφάσματα και ήταν πολύ περήφανη. Του παπά Χρυσάφη η γιαγιά από τη μάνα του, στο γένος Αριστέ, ήταν ψηλή και αριστοκρατική γυναίκα. Τη Μυγδαλούση Γλαβίνα, μητέρα του Βάγγου του κουρέα. Η Μυγδάλα Βαρελά, μητέρα του αείμνηστου βουλευτή Γιάννη Γλαβίνα και κόρη του αγιογράφου Απόστολου Βαρελά. Η τέτα Λένγκω του Λάτσιου, γιαγιά του Ζαχαρία Λάτσιου. Η Κατίνα Γαγανέλη, μάνα του Στέλιου Γαγανέλη. Η Κατίνα Τοπούζη Τζέκου, μάνα του Ματούλη. Η Αθανασία Τζουμαλή, σύζυγος Αγγέλου Σάμου ή Τζουμαλή. Η Λέγκω Μπούφου, σύζυγος Αποστόλου Μπούφου. Η θεία μου Γρηγορία Βασιλικού, μάνα της Ουρανίας Παπάζη.

Untitled-2Από το 52 μαχαλά η Πηνελόπη Ρίζου, η Ελένη Κανάρη, η Κικίση Τρυφωνίδη, μάνα του Δράκου, η μάνα του Ταρζάν του Πασαμέρη. Η αείμνηστη γειτόνισσά μου Λευτερία Ποϊράζη, σύζυγος Γραμμένου Ποϊράζη. Η Βαγγελιώ Λάτσιου ή Μπουζίνκα. Η γιαγιά Κόφτη, γιαγιά της Χρυσούλας Μαϊλιάνη.

Τώρα θα αναφέρω και όσες φουστανούσσες θυμάμαι από άλλες γειτονιές. Η Τασιά Σερενίδου ή Ντρούτα, η Χαρίκλεια Σερενίδου Γκούρτσιου, η Δεσποίνα Μήτικα ή Πιπίτκα, η Χρυσάνθη Λωλού, η Βανθία Γαγανέλη, σύζυγος Σταματίου Γαγανέλη και οι αδερφές της, που όταν χορεύαν στο σιγανό το «Νικόλα» της θαύμαζαν. Η Χρυσούση Σάμου, η Λευτερία Γρατσωνίδου, η Χρυσή Γρατσωνίδου, η Μάρθα Μήττα ή Τότσκα. Η  Ρίνα Καρακατούρη, σύζυγος Δημητρίου Καρακατούρη ήταν ψηλή και θεαματική κυρία. Η Χρυσάνθη Αδαμίδου, σύζυγος Αλέκου. Η Ελευθερία Αδαμίδου, σύζυγος του Δημητρίου. Η Κατίνα Κουκουτζέλη ή Καραμάνκω, είχε το μπακάλικο και μας έδινε τις καραμέλες   και επίσης η Κατίνα Κουκουτζέλη ή Πολύμκα, σύζυγος του Πολύμερου Κουκουτζέλη. Να είστε καλά και πάντα να μας θυμίζετε τις ρίζες μας, για να τις μεταδώσουμε στα παιδιά μας ακέραιες!!μας, για να τις μεταδώσουμε στα παιδιά μας ακέραιες!! Αυτή η ανάρτηση είναι σαν ένα μικρό τρισάγιο στις φουστανούσσες που πέρασαν στην αντίπερα όχθη.

Παπάζης Ευάγγ. με τη σύζυγό του Μαρία και την πρωτότοκη κόρη τους Δήμητρα (μετέπειτα Αδαμίδου)
Παπάζης Ευάγγ. με τη σύζυγό του Μαρία και την πρωτότοκη κόρη τους Δήμητρα (μετέπειτα Αδαμίδου)

Θα παρακαλέσω τους αναγνώστες μου, αν έχουν φωτογραφίες από τα προσφιλή τους πρόσωπα να μου τις στείλουν, αν θέλουν, για να τις αναρτήσω ευχαρίστως. Έτσι οι νεότερες γενιές θα θυμούνται τις ρίζες τους και θα νιώθουν περήφανοι για τους προγόνους τους.

ψηλός φουσ
Φωτογραφία από το Ola Sohos στο facebook του Σάκη Βραζιλιάνου. Η δήμαρχος Μενέλαος Βασιλικός χορεύει με τις φουστανούσσες.

Το είπα και σε άλλη ανάρτηση μου, εμείς οι Σοχινοί σε κάθε μέρος του πλανήτη στέλνουμε έναν για μαγιά και μας βγάζουν ασπροπρόσωπους: στην Αυστραλία, στη Μογγολία, στην Αρούμπα, στη Γερμανία κτλ.

Σταμάτιος Παπάζης, βουλευτής καταγόμενος από το Σοχό.

O αείμνηστος Σταμάτης Παπάζης γεννήθηκε στο Σοχό Θεσσαλονίκης το έτος 1898. Στρατεύτηκε το 1914 και κατετάγη στη Δράμα, στο πεδινό πυροβολικό, όπου το 1916 προήχθη στο βαθμό του λοχία. Κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο έλαβε μέρος στη μάχη του Σκρα, προήχθη ως επιλοχίας και αργότερα ως ανθυπολοχαγός. Κατά το διάστημα υπηρεσίας του ασθένησε βαριά και εστάλη με διαταγή του ελληνικού κράτους στη Γερμανία και την Ελβετία για θεραπεία. Μετά από μακρά παραμονή στο εξωτερικό γύρισε στην Ελλάδα το έτος 1925. Καθώς ήταν φιλόδοξος και πατριώτης, ήθελε να υπηρετήσει την πατρίδα του. Το 1926 έθεσε υποψηφιότητα στην περιφέρεια Λαγκαδά και εξελέγη βουλευτής.

Ο Σταμάτης Παπάζης ήταν η σημαία των Σοχινών και της περιφερείας ανεξαιρέτως των πολιτικών ιδεών του καθενός. Επί χρόνια εκλεγόταν βουλευτής με το Λαϊκό Κόμμα. Το εκλογικό του γραφείο δεν είχε καμιά πολυτέλεια. Δεχόταν δηλαδή τον κόσμο στο καφενείο «Ρωσσικό», στην οδό Ίωνος Δραγούμη. Εκεί άκουγε τους ανθρώπους, κερνούσε τους καφέδες και βοηθούσε στην επίλυση των προβλημάτων. Τα χρόνια που ήταν βουλευτής συνέπεσαν με τη δύσκολη εποχή του Εμφυλίου πολέμου και οι κάτοικοι των τριγυρινών χωριών (Στεφανινά, Σκεπαστός, Λίμνη, Φιλαδέλφειο, Ανοιξιά και Ξηροπόταμος) ήταν μαζεμένοι στο Σοχό για προστασία. Σε κάθε σπίτι καθόμασταν μαζί 2 και 3 οικογένειες και περάσαμε εκείνο το δύσκολο καιρό. Σε όλες αυτές τις δυσκολίες ο θείος μου Σταμάτης Παπάζης ήταν αρωγός και συμπαραστάτης για όλους τους κατοίκους.

Ο Σταμάτης Παπάζης ήταν γόνος ευγενούς οικογενείας, όχι τόσο εύπορης, είχε την αγάπη και υποστήριξη των Σοχινών και της περιφερείας και τον στήριζαν πάντα.

Πέθανε κατά το έτος 1953 από καρδιακή προσβολή και ετάφη στη γενέτειρά του δημοσία δαπάνη. Πέθανε φτωχός, γιατί έζησε έναν έντιμο πολιτικό βίο. Το μοναδικό περιουσιακό του στοιχείο, ένα νεόδμητο σπίτι, το δώρισαν οι κληρονόμοι του στη Δημαρχεία Σοχού. Εκεί για πολλά χρόνια στεγάστηκαν οι υπηρεσίες του Δήμου. Η οδός που περνάει από μπροστά ονομάστηκε οδός «Σταματίου Παπάζη» προς τιμήν του.

Εδώ και 65 χρόνια τον αείμνηστο Σταμάτη Παπάζη, που πέθανε νεότατος 61 ετών, τον φιλοξενεί η γενέτειρά του, ο Σοχός. Ο τάφος του βρίσκεται στον κοιμητηριακό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου και άλλων τοπικών αρχόντων, βουλευτών και δημάρχων, γι’ αυτούς ας γράψουν νεότεροι Σοχινοί για την προσφορά τους στον τόπο μας. Γράφω το βιογραφικό για τον Σταμάτη Παπάζη για να μάθουν οι νεότερες γενιές,  η δική μου γενιά και οι μεγαλύτεροι τα ξέρουν. Κατά τα χρόνια 1947-50 ως βουλευτής με το λαϊκό κόμμα από το σχέδιο Μάρσαλ που τη λέγαμε «Ούντρα» έφερε τα περισσότερα υποζύγια, άλογα και μουλάρια και όλοι σχεδόν οι Σοχινοί  πήραν από ένα ζώο δωρεάν και ξεκίνησαν τον αγώνα μετά τους πολέμους, την κατοχή και τον εμφύλιο και ορθοπόδησαν. Οι Σοχινοί με την εργατικότητά τους, αν είχαν ένα άλογο ή ένα μουλάρι, ήταν σαν να έχεις τώρα φορτηγό, τόση αξία είχε. Και άλλες πολλές ευεργεσίες έγιναν τότε, γιατί ερχόταν ρουχισμός, τρόφιμα κτλ.

Με σεβασμό στη μνήμη του

Γιώργος Αδαμίδης

Ο Σόχαλης

ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΕΙΣ ΘΕΙΩΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΓΕΝΙΚΗ ΘΕΣΗ

P1030745
Φωτογραφία από το αρχείο Ελένης Βασιλικού. Ο γάμος του Βασιλού Βασιλικού και της Γρηγορίτσας. Γύρω στα 1926.

Θα αναφερθώ σε μια ονοματολογία που συνηθιζόταν από την παλαιότερη γενιά από μένα, δηλαδή συνηθιζόταν μέχρι τη γενιά της μάνας μου (ως το 1950 περίπου) για να ξεχωρίζουν τους θείους με μια ανάλογη προσφώνηση για τον καθένα. Σήμερα όλους τους λέμε «θείους ή θείες».

Φωτογραφία από το αρχείο της Ουρανίας Παπάζη. Από αριστερά οι θείοι μου Μενέλαος Παπάζης, Σοφία Λιόλιου και Τριαντάφυλλος Παπάζης. Από δεξιά η Ουρανία Παπάζη, σύζυγος Μενελάου. Η φωτογραφία γύρω στο 1995.
Φωτογραφία από το αρχείο της Ουρανίας Παπάζη. Από αριστερά οι θείοι μου Μενέλαος Παπάζης, Σοφία Λιόλιου και Τριαντάφυλλος Παπάζης. Από δεξιά η Ουρανία Παπάζη, σύζυγος Μενελάου. Η φωτογραφία γύρω στο 1998.

Από ότι μου διηγήθηκε ο παππούς μου, Ευάγγελος Παπάζης αυτές οι προσφωνήσεις είχαν μείνει κατάλοιπα από το Βυζάντιο ακόμη.

Τον αδερφό της μάνας μου τον λέγαμε Ούτσιο. Εγώ είχα για ούτσιο, τον Τριαντάφυλλο Παπάζη.

Τον  αδερφό του πατέρα τον φώναζαν τσίτσι. Εγώ τσίτσι είχαν το Χριστόδουλο Αδαμίδη.

Μπατίτσα λέγανε τον μπατζανάκη του πατέρα. Εγώ μπατίτσα είχα τον Ιωάννη Δεμερτζή ή Τούτιο.

Ανάλογες ονομασίες είχαν και οι θείες.

Η συνυφάδα της μάνας μου, η θεία μου Αλεξάνδρα, για μένα ήταν νάτσιο.

Ο πατέρας μου, αν είχε αδερφή, για μένα θα ήταν τέτα.

Οι αδερφές της μάνας μου για μένα ήταν λέλιο. Είχα λέλιου Σοφία.

Τον παππού τον έλεγαν ντιάντιο και τη γιαγιά την έλεγαν μανιά.

Έτσι ξεχώριζε ο καθένας τι ακριβώς θείος ήταν.

Με πολύ αγάπη

Γιώργος Αδαμίδης

Ο Σόχαλης

«TOY ΣΟΧΟΥ ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΤΟ ΝΤΟΥΝΙΑ» 8 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2015 ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Το καρναβάλι του Σοχού έδωσε το βροντερό παρόν παρελάζοντας στους δρόμους της Θεσσαλονίκης πρώτο στη σειρά. Καλούμε όλο τον κόσμο στις εκδηλώσεις στο Σοχό που κορυφώνονται την Καθαρά Δευτέρα. Καλή Αποκριά.

sthn parelasi_nP1070316 P1070324 P1070325 P1070326

P1070315P1070327 P1070328 P1070329 P1070330 P1070331 P1070332 P1070333 P1070334 P1070335 P1070336 P1070337 P1070338 P1070340 P1070341 P1070342 P1070343 P1070344 P1070346 P1070347

ΟΙ ΙΝΔΙΑΝΟΙ «ΖΟΥΛΟΥ» ΚΑΤΕΒΑΙΝΟΥΝ ΣΤΟ ΣΟΧΟ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΛΟΥΝ ΝΤΕΡΕ! ΕΓΩ ΤΟΥΣ ΔΙΝΩ ΤΟ ΣΥΝΘΗΜΑ!

Οι Ινδιάνοι: Ο Γιάννης Αδαμίδης μαζί με τη γυναίκα του Καίτη και την παρέα τους επί σειρά ετών οργανώνει τους Ινδιάνους Ζουλού, που με τα τύμπανα και τις φωνές που βγάζουν όλοι μαζί, κλέβουν την παράσταση στο Σοχινό καρναβάλι.

Εγώ, Γιώργος Αδαμίδης και ο Βάγγος ο Κουρέας δίνουμε το σύνθημα και μας ακολουθούσαν όλοι κάνοντας κυκλικούς χορούς και φωνάζοντας κραυγές, συνοδεία νταουλιών. Φωνάζαμε στη γλώσσα των Ζουλού: «Τσούκα μίκα λούκα σλούκα… ». Για τον χρωματισμό των Ινδιάνων ο Γιάννης Αδαμίδης χρησιμοποιεί ειδικές μπογιές. Για να κάνουμε τα φτερά των Ινδιάνων ξεπουπουλιάζαμε πολλές κότες και κόκορες. Όχι ότι οι γαλοπούλες έμεναν αλώβητες. Με μεγάλο κόπο και μόχθο ο Γιάννης ασχολείται πολλές μέρες καταρχήν, για να τακτοποιήσει τις στολές, μετά να ξεπουπουλίσει όλες τις κότες και τους κοκόρους της γειτονιάς, για να μαζέψει τα φτερά για να στολίσει τις στολές τους. Μετά τις Απόκριες χρειαζόταν μία εβδομάδα να τις βγάλουνε τις μπογιές από το σώμα μας.

Εδώ δίνω το σύνθημα για να βρουν οι Ζουλού, που κατέβηκαν από το βουνό Καλούν Ντερέ, το ρυθμό τους. Το σύνθημα πρέπει να δοθεί στη γλώσσα του Ζουλού από το Κογκό… Τη δύσκολη αυτή γλώσσα των Ζουλού την γνωρίζουμε πολλοί λίγοι και μετά από ειδική μετεκπαίδευση, που κάναμε στο Κογκό. Εγώ και ο Βάγγος Γλαβίνας, ο κουρέας έχουμε εξειδικευτεί στη δύσκολη αυτή γλώσσα άριστα! Έτσι την κατάλληλη ώρα τους μιλάμε τους Ζουλού στην γλώσσα τους και αυτοί εξαγριώνονται ακόμη περισσότερο και γίνεται πανζουρλισμός! Όλα αυτά βέβαια γίνονται από την πολύ αγάπη, που έχουμε όλοι οι Σοχινοί για τον τόπο μας και το καρναβάλι μας. Ο καθένας θέλει να δώσει χαρά αυτές τις μέρες σε όλους όσους παρακολουθούν το δρώμενο.

Οι Ινδιάνοι ΖΟΥΛΟΥ το 1975.

Με την ευχή το φετεινό καρναβάλι του 2020 να ξεπεράσει σε κέφι κάθε προηγούμενο!

Με πολύ αγάπη

Γιώργος Αδαμίδης

Ο Σόχαλης

Αντάμωμα των σημαντικότερων λαϊκών δρωμένων της ΑΠΟΚΡΙΑΣ σήμερα 1.2.2015. ΚΑΛΗ ΑΠΟΚΡΙΑ!

Με το αντάμωμα των σημαντικότερων λαϊκών δρωμένων της ΑΠΟΚΡΙΑΣ ξεκίνησαν σήμερα στο ΣΟΧΟ οι εκδηλώσεις «ΚΟΥΔΟΥΝΟΦΟΡΟΙ 2015» Στις 12.00 μμ στο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ εκπρόσωποι της Νάουσας της Κοζάνης της Καστοριάς και του Σοχού μας μυούν στην ιστορία, την ιδιαιτερότητα και την διατήρηση των εθίμων τους…

ΕΙΣΗΓΗΤΕΣ:
ΜΠΟΥΛΕΣ ΚΑΙ ΓΕΝΙΤΣΑΡΟΙ –Νάουσα: Ευθυμία Μπαμπάτση – Αρθογράφος
ΦΑΝΟΙ – Κοζάνη : Ματίνα Μόμτσιου – Καθηγήτρια ξένων γλωσσών / Συγγραφέας ΡΑΓΚΟΥΤΣΑΡΙΑ – Καστοριά: Παναγιώτης Κώττας – Πρόεδρος Ομίλου Πολιτιστικής Ανάπτυξης «Μύησις»
ΑΡΑΠΗΔΕΣ & ΑΡΚΟΥΔΕΣ – Βώλακας Δράμας: Δημήτρης Άρμεν – Πρόεδρος Πολιτιστικού Συλλόγου Βώλακα
ΚΟΥΔΟΥΝΟΦΟΡΟΙ Σοχού: Άγγελος Τσαντάρης Διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Σοχού.
Δίνουμε ιδιαίτερα συγχαρητήρια στο κ. Δήμαρχο, την αντιδήμαρχο και συντοπίτισσα μας κα. Χρύσα Σάμου, τον συντοπίτη μας, κ. Απόστολο Νόικο, που είναι άριστος γνώστης των τοπικών εθίμων μας, όλους τους τοπικούς συμβούλους και όλους τους συλλόγους που έδωσαν το παρόν και ενωμένοι βοήθησαν να πραγματοποιηθεί η υπέροχη αυτή εκδήλωση.
Συγχαίρουμε όλους τους δασκάλους και ιδιαίτερα τους κ. κ. Γιάννη Μήττα και Άγγελο Τσαντάρη που κρατούν ζωντανή την παράδοσή μας και τη μεταλαμπαδεύουν με πολύ μεράκι στα νέα παιδιά!
«Ένα ωραίο χανουμάκι», τραγούδι ερωτικό αποκριάτικο! Τραγουδούν οι κ.κ. Μήττας και Μάγειρας και μας συγκίνησαν!
 P1070255 P1070255 P1070256 P1070257 P1070258 P1070259 P1070260 P1070261 P1070262 P1070263 P1070264 P1070265 P1070266 P1070267 P1070268 P1070269 P1070270 P1070271 P1070272 P1070273 P1070274 P1070275 P1070276 P1070277 P1070278 P1070279 P1070280 P1070281 P1070282 P1070283 P1070284 P1070285 P1070286 P1070287 P1070288 P1070290 P1070291 P1070292 P1070293 P1070294 P1070295 P1070296 P1070297
Mε πολύ αγάπη
Γιώργος Αδαμίδης
Ο Σόχαλης

φοβερεΣ αραπκεΣ που διεπρεψαν και χειροκροτηθηκαν με του «Ιουουυυυυυυυυ=κράξιμο!»

Θα ήθελα να κάνω μια ανάρτηση αυτές τις ωραίες μέρες του Τριωδίου για τη μεγάλη Σοχινή ευχαρίστηση, τις Αράπκες. Συγκεντρωνόμασταν ομάδες ομάδες, γιατί καφετέριες δεν υπήρχαν και κάναμε επιδρομές στα σπίτια. Ξέραμε σε ποια σπίτια το είχαν ευλογία και δέχονταν τις Αράπκες και τις κερνούσαν ανάλογα. Σε ποια σπίτια είχε κορίτσια για πανδρειά πήγαιναν τα αγόρια, σε όποια σπίτι είχαν αγόρια ορμούσαν τα κορίτσια για να δουν το νοικοκυριό και την «κατάντια» τους και να πάρουν απόφαση. Άλλος τρόπος δεν υπήρχε να γίνουν αυτές οι συναντήσεις. Οι επισκέψεις γίνονταν πάντα τη νύχτα.

Aράπκες δεξιά εγώ όρθιος. Καθιστός ο Σεραφείμ Κουκουζέλης ο μοναχογιός. 1970. Καφενείο Ζαχαρέγκα.
Aράπκες δεξιά εγώ όρθιος. Καθιστός ο Σεραφείμ Κουκουζέλης ο μοναχογιός. 1970. Καφενείο Ζαχαρέγκα.

Κάποιες ομάδες ήταν μόνιμα Αράπκες το Τριώδιο, ήταν το καλύτερο γλέντι να γίνεις Αράπκα και να βιζιτάρεις όλα τα σπίτια. Αν αντάμωνες Αράπκα που δεν ήξερες το πάπλωμα τι χρώμα ήταν από τα μπαλώματα και μια άλλη να τη συνοδεύει με άσπρα βρακιά με βρούφτια και άσπρα φανέλλα κατάλευκη ξέραμε ότι ήταν με το πάπλωμα ο Διονύσιος Συκομύτης και με τα άσπρα βρακιά ο Νίκος ο Λύκας. Ο Νίκος φορούσε και ένα άσπρο τουλουπάνι στο κεφάλι για προσωπίδα και είχε μικρές μικρές τρύπες από τις οποίες έβγαιζε τις τρίχες του. Φαινόταν σαν σκαντζόχοιρος το κεφάλι του και ήσουν σίγουρος ότι μάλλον ήταν φαντάσματα. Τόσο επιτυχία είχαν!

Η δική μας παρέα ήταν μερακλήδες στις Αράπκες. 8-10 άτομα τα βράδια το Τριώδιο συγκεντρωνόμασταν και πηγαίναμε με κέφι και τραγούδια από σπίτι σε σπίτι. Ξέραμε και τι κερνούσαν σε κάθε σπίτι. Πιο φοβερή και άσχημη Αράπκα στην παρέα μας γινόταν ο Ηλίας ο Γκούρτσιος: τυλιγόταν με ένα μουσαμά και τον έσκιζε σε λουρίδα 5 μέτρων, η οποία τον ακολουθούσε από πίσω και έκανε μεγάλη εντύπωση γιατί σερνόταν πίσω του.

Το 1958 για καλό της χρονιάς θεωρήσαμε καλό να πάμε στον Γιαννακό Μητρέγκα. Ο μπάρμπα Γιαννακός μας δέχτηκε με μεγάλη ευχαρίστηση, γιατί και αυτός ήταν καρναβαλιστής. Μας κέρασε και μας είπε: «Σας ευχαριστώ πολύ στο νιατιμήσαχτι=τιμήσατε, μισίρ=καλαμπόκι πολύ θα έχουμε φέτος!». Η νάτσιο η γυναίκα του  μας κέρασε τα ουζάκια και μείναμε όλοι ευχαριστημένοι. Ο Ηλίας ο Γκούρτσιος έμεινε τελευταίος, ενώ οι υπόλοιποι είχαμε κατεβεί κάτω. Ο μπάρμπα Γιαννακός φώναξε «ΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ! Αφήσατε το μουσαμά πάνω…» ενώ στην πραγματικότητα ήταν η ουρά που ακολουθούσε τον Ηλία. Ο Ηλίας είπε: «Άστην άστην θα έρθει…».

Ένα άλλο πολύ πετυχημένο ζεύγος από τη γειτονιά μου που έκλεψε την παράσταση ήταν ο Τζώτζιος του Λάτσου της Τσουρλίγκας ο μοναχογιός. Αυτός γινόταν η καλύτερη Μαντάμ με την τσιάντα και βαμμένα τα μάγουλα. Και χωρίς προσωπίδα κανείς δεν μπορούσε να τον καταλάβει. Τον συντρόφευε ο γείτονας του, Αλκιβιάδης ή Ιάντης του Βαρελά, που γινόταν ένας κομψός κύριος και συνόδευε την Μαντάμ. Άμα τους συναντούσες άλλαζες δρόμο, τόσο φοβεροί ήταν…

Επίσης, μια χρονιά η παρέα μας, εγώ Γιώργος Αδαμίδης, ο Νέστορας Γερμιτσιώτης, ο Γιώργος Ζαχαρέγκας και ο Ηλίας Γκούρτσιος γίναμε πολύ φοβερές Αράπκες. Περνούσαμε από το Τρούπτσιο Μαχαλά, στη βρύση έξω και πότιζε τα γαϊδούρια ο Χρήστος ο Ρίζος. Με μπροστάρη το Νέστορα ως αρχηγό, που φορούσε μια προσωπίδα μεγάλη με κέρατα από τράγο και ο Ηλίας από πίσω με ένα μεγάλο κεφάλι, που το είχε κατασκευάσει ο αείμνηστος Γιώργος Χατζηλεμονίδης (καλλιτέχνης ξυλουργός)! Μόλις φτάσαμε στη βρύση, μας είδε ο Χρήστος Ρίζος, «κατούρησε υδράργυρο» από το φόβο του και είπε: «Ιού Ιού Ιού στράσνιε Αράπκε=φοβερές Αράπκες!» και παρατάει τα γαϊδούρια και άρχισε να τρέχει τον κατήφορο. Εμείς να φωνάζουμε «ουυ ουυυυυυυυ» και αυτός να φεύγει, έφτασε στο δημοτικό σχολείο.

Το χειροκρότημα της Αράπκας για να αισθανθεί καλά είναι το κράξιμο: «Ιού Ιού Ιού!».

Αυτά εν ολίγοις! Αν σας αρέσει η ανάρτηση να μου πείτε να γράψω και άλλες ιστορίες για Αράπκες, γιατί έχω άπειρα επεισόδια να σας διηγηθώ Θα εξαρτηθεί από σας! Περιμένω να με «κράξετε» και εσείς, γιατί αυτό είναι το χειροκρότημα μου, αφού και εγώ ήμουν Αράπκα. Δείτε και την παλαιότερη ωραία ανάρτηση εδώ για Αράπκες.

Όποιος ντυθεί Αράπκα μόνο καταλαβαίνει τι χαρά παίρνεις, άμα ντύνεσαι Αράπκα!

Με πολύ αγάπη

Γιώργος Αδαμίδης

Ο Σόχαλης

Ναγκόστι ή επισκέψεις τα χειμωνιάτικα βράδια

Θα περιγράψω πώς περνούσαμε τα βράδια οι παλιότεροι από τη δική μας γενιά, οι  πατεράδες και οι παππούδες μας τις παγερές νύχτες του χειμώνα. Ήταν βαρύς τότε ο χειμώνας, πέφτανε χιόνια πάρα πολλά και οι νύχτες είναι μεγάλες. Δεν είχαν τότε τις ανέσεις που έχουμε τώρα εμείς: τηλεοράσεις, ράδιο, ιντερνέτ και άλλα ηλεκτρονικά μέσα με τα οποία ασχολούμαστε. Τώρα εμεί περνάμε ευχάριστα και έχουμε όλα τα νέα, που κάθε στιγμή γίνονται στον πλανήτη. Δεν είχαν ούτε τη θέρμανση που έχουμε τώρα με τα καλοριφέρ και όλες τις ανέσεις

 

Για να περάσουν λίγες ώρες  συντροφιά με τους συγγενείς και τις παρέες πηγαίνανε τα βράδια ναγκόστι=επίσκεψη σε ένα σπίτι, που όριζαν από την προηγούμενη μέρα. Μια βραδιά στον έναν, μια βραδιά στο άλλο και κουβεντιάζοντας διάφορα θέματα γύρω από το τζάκι και το μαγκάλι, αυτή ήταν η διασκέδασή τους.

μαγκαλιΠηγή φωτογραφίας

Άναβαν το τζάκι, βάζανε μεγάλα κούτσουρα, για να ζεσταίνονται, καθότανε κάτω σε ένα μαξιλάρι που το λέγανε μιντέρι. Ο αρχαιότερος καθότανε στην πάνω μεριά, γιατί υπήρχε σεβασμός και ιεραρχία. Η νοικοκυρά άναβε την γκαζόλαμπα και τους έλεγε καλησπέρα και αρχίζανε την κουβέντα. Για να τους ευχαριστήσει έψηνε πατάτες στη χόβολη=σπούζα του τζακιού και μπαρμπαρίτσες=ποπ κορν και κάστανα. Έτσι περνούσανε λύνοντας τα προβλήματα. Φτωχά χρόνια, αλλά υπήρχε σεβασμός στο μεγαλύτερο. Μιλούσε ο παππούς και οι νεότεροι άκουγαν τις συμβουλές του.

 

Οι κουβέντες ήταν για τα ζωντανά τους. Όλοι τους είχαν από ένα γαϊδουράκι για τις ανάγκες της δουλειάς του. Οι πιο εύποροι είχαν άλογο. Άλλοι μια αγελάδα για να τρώνε γάλα. Άλλοι 2-3 κατσίκες για το γάλα τους. Τα ζώα τα έβοσκε ένας τσομπάνης της κάθε γειτονιάς, στον οποίο κάθε νοικοκύρης πήγαινε τη γελάδα στον τόπο συγκέντρωσης. Στη γειτονιά μου ήταν στο λάκκο κοντά στου Σαλαχώρα το σπίτι. Τα έβοσκε ο Πιάνιος, δηλαδή ο Σταμάτης Μέντας και αργότερα ο γιος του. Στο Μαράσι τα συγκέντρωναν στο Μπιμπέρακ και τα έβοσκε ο Τόνκας του Αργύρη. Στο Κουμλούκι τα έβοσκε ο Κουτίνης. Στον Άγιο Απόστολο συγκέντρωναν τα γίδια που τα έβοσκε ο Τσέγος Μάσιος. Όλοι πλήρωναν αυτόν που τα έβοσκε με το μήνα και ι έτκάθε νοικοκύρης εξασφάλιζε το γάλα του. Δεν υπήρχαν τότε ούτε ΑΓΝΟ ούτε ΜΕΒΓΑΛ και όσοι δεν είχαν ζώα περνούσε ο γαλατάς, ο μπάρμπα Γιάννης Καραθανάσης και μας τροφοδοτούσε γάλα με την οκά. Τώρα όμως άλλαξαν τα πράγματα: στο Σοχό υπάρχουν 20-30 μονάδες με αγελάδων και ο καθένας έχει 200-500 αγελάδες και παράγεται από 100-120 τόνους ημερησίως. Το γάλα καταναλώνεται στο σύγχρονο Τυροκομείο του Προίκα, που βγάζει και το φημισμένο Κασέρι Προίκα. Ένα μέρος παραλαμβάνουν οι βιομηχανίες ΑΓΝΟ και ΜΕΒΓΑΛ από τους σύγχρονους στάβλους με τα σύγχρονα αρμεχτήρια και πάει από την παραγωγή στην κατανάλωση. Ακόμη και την Αθήνα την τροφοδοτούμε με γάλα. Αλλάξανε τα πράγματα, να δουν οι νέοι πως ήμασταν παλιότερα. Η κρίση θα περάσει με λίγο υπομονή και πάλι θα επανέλθουμε στη βάση. Οι νέοι είχαν μάθει διαφορετικά, διότι δεν είδαν τα χειρότερα.

Τα σοχινά έθιμα των Χριστουγέννων

Δείτε το βίντεο:

Τα πατροπαράδοτα χριστουγεννιάτικα σοχινά μας έθιμα: Χριστoύγεννα 2015

Παρόλο που έχω κάνει παλιότερα εκτενή αναφορά στα σοχινά χριστουγεννιάτικα έθιμα, θέλω να κάνω μια αναπαράστασή τους στην πράξη. Οι παλιοί τα ξέρουν, αλλά καλό είναι να τα μάθουν και οι νεότεροι. Ίσως μας μιμηθούν και έτσι θα μείνουν στον άπαντα τον αιώνα, όπως και εμείς τα βρήκαμε από τους  πατεράδες και τους παππούδες μας. Έχουμε υποχρέωση να τα διαφυλάξουμε σαν κόρη οφθαλμού, όπως έκαναν οι πρόγονοί μας επί 400 χρόνια και πλέον σκλαβιάς μετά το Βυζάντιο, τα κράτησαν αναλλοίωτα: ήθη, έθιμα, παραδόσεις, θρησκεία, οικογένεια και γλώσσα ελληνική αυτά μας κράτησαν ως έθνος.

Αυτά τα έθιμα που θα σας παρουσιάσω ζωντανά γινότανε την παραμονή των Χριστουγέννων με νηστίσιμα φαγητά, γιατί νηστεύαμε, επειδή θα κοινωνούσαμε. Εγώ σήμερα τα κάνω σήμερα τη μέρα των Χριστουγέννων, γιατί μαζευτήκαμε σήμερα στο σπίτι μου όλη η οικογένεια: παιδιά, εγγόνια, νύφες και γαμπροί και θα κάνουμε το έθιμο με όλο το πρέπος. Απουσιάζουν μόνο ο γιος μου, Αδάμ, και η νύφη μου, Πελαγία, που θα έρθουν την Πρωτοχρονιά και πάλι θα τα κάνουμε όλα με την ίδια διαδικασία. Η γυναίκα μου, Άννα έκανε όλα τα φαγητά και όλα τα γλυκά για να περάσουμε οικογενειακά Χριστoύγεννα και  φέτος.

Την ημέρα των Χριστoυγέννων βάζουμε στο τραπέζι τα φαγητά, κρασί, ένα σκόρδο για υγεία, χρήματα για να βρίσκονται πάντα, χρυσό για να υπάρχει στο σπίτι, μια λαμπάδα, για να μας φωτίζει, θυμιατό και θυμίαμα. Θυμιατίζουμε για να φύγουν τα καρακάντζαλα. Επίσης το χριστόψωμο, δηλαδή τον παρά, που το κόβουμε για να δούμε ποιος θα βρει το φλουρί και θα είναι ο τυχερός της χρονιάς. Αφού ψάλουμε όλοι μαζί το τροπάριο «Η γέννηση σου, Χριστέ ο Θεός ημών…», κόβουμε τον παρά και μοιράζουμε τα κομμάτια σε όλα τα μέλη της οικογένειας. Θυμιατίζουμε πρώτα το εικονοστάσι και μετά όλο το σπίτι. Τα παλιά χρόνια θυμιάτιζαν και τους στάβλους, τα αχούρια, για ευλογία των ζώων, γιατί με αυτά ζούσανε.

 

Καλά και ευλογημένα Χριστoύγεννα σε όλο τον κόσμο

και ιδιαίτερα στους ξενιτεμένους μας Σοχινούς

 

Με αγάπη

Γιώργος Αδαμίδης

Ο Σόχαλης

 

 

 

 

 

 

 

 

Τα έθιμα του Δωδεκαήμερου

Posted on by

Στο Σοχό τηρούμε με ευλάβεια τα ήθη και τα έθιμα του Δωδεκαήμερου. Τα περισσότερα από αυτά, που περιγράφω παρακάτω, διατηρούνται μέχρι τις μέρες μας. Σε εμάς τους παλαιότερους φυσικά μας αρέσουν, γιατί έτσι τα βρήκαμε από τους γονείς μας. Στους νεότερους μερικά φαίνονται ίσως παράξενα. Εγώ προσωπικά μεταλαμπάδεψα όλα τα έθιμα στα παιδιά μου και τώρα γιορτάζουμε όλοι μαζί τις γιορτές και τα μαθαίνω και στα εγγόνια μου, για να έχουν αναμνήσεις από τον παππού.

Παραμονή Χριστουγέννων-Άγιος Βασίλης και Θεοφάνεια


Το τραπέζι των Χριστουγέννων

Ο κόσμος νήστευε για τα Χριστούγεννα, για να κοινωνήσει. Όλα τα νοικοκυριά έθρεφαν ένα γρούνι , που το είχαν στο κουμάσι και το έσφαζαν την Παραμονή, για να έχουν όλες τις γιορτινές μέρες κρέας. Την παραμονή μαζευόταν όλη η οικογένεια και έστρωναν το νηστίσιμο τραπέζι με σαρμαδάκια ή φασολάδα. Οι νοικοκυρές ζύμωναν το Χριστόψωμο, που είχε μέσα ένα ασημένιο κέρμα. Κάθονταν στο σοφρά, ο πατέρας έβαζε πάνω χρήματα, χρυσό, σκόρδο, κρασί, λαμπάδα και θυμιατό. Ο νοικοκύρης θύμιαζε όλους τους παρευρισκομένους τρεις φορές για το καλό και έψελναν τα τροπάρια:

Η γέννηση σου Χριστέ ο θεός ημών…

Ο πατέρας θυμιάτιζε όλο το σπίτι φέγγοντας με τη λαμπάδα για το καλό. Μετά έκοβε το χριστόψωμο. Το πρώτο κομμάτι του Θεού, το δεύτερο για τη δουλειά, το τρίτο για το σπίτι και κατόπιν τα υπόλοιπα ιεραρχικά. Έψαχναν στα κομμάτια και ο τυχερός έβρισκε τον παρά. Η ίδια διαδικασία επαναλαμβανόταν την Πρωτοχρονιά με τη βασιλόπιτα και τα Θεοφάνια. Την Πρωτοχρονιά αφού καπνιζόταν για το καλό της χρονιάς, οι πατεράδες έβγαιναν έξω και πήγαιναν στα σπίτια και έπαιζαν χαρτιά (=κουμάρι). Οι κερδισμένοι θεωρούνταν οι τυχεροί της χρονιάς. Στις 2 Ιανουαρίου γινόταν το Ποδιακό και γλεντούσαν ομαδικά χαμένοι και κερδισμένοι. Το έθιμο του Ποδιακού έχω εκτενώς περιγράψει σε προηγούμενή μου ανάρτηση, στην οποία οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ανατρέξουν.

Πολλές μέρες πριν τα Χριστούγεννα οι νοικοκυρές δεν πετούσαν τη στάχτη από το τζάκι, γιατί είχε μια μεγάλη αποστολή. Την Παραμονή την έριχναν γύρω γύρω από το σπίτι, για να μην μπορέσουν να έρθουν οι καρακάντζαλοι. Αυτοί φοβόνταν τη στάχτη (=πιπιλιά) και έφευγαν. Συγκεκριμένα στη γειτονιά μου αυτό το έθιμο το κρατούνταν με θρησκευτική ευλάβεια. Η τέτα Μαριγώ του Κόλτσιου ήταν το υπ’ αριθμόν ένα νούμερο που όχι μόνο καρακάντζαλοι δεν μπορούσαν να περάσουν μέσα στο σπίτι από την καμινάδα, αλλά ούτε άνθρωπος δεν μπορούσε να περάσει, γιατί θα γέμιζαν τα παπούτσια του τόση στάχτη, που θα έπρεπε να πάνε στον τσαγγάρη Νίκο Πελτέκη ή Μπίτσα, για να τα καθαρίσει. Συναγωνιζόταν βέβαια στο έθιμο και η τέτα Βαγγελιώ του Μπουζίνκα, που ήταν αντικριστή γειτόνισσα, αλλά ερχόταν δεύτερη, γιατί δεν είχε φούρνο στο σπίτι της, για να μάσει τόση πιπιλιά. Αντίθετα στης τέτας Μαριγώς το φούρνο φούρνιζαν όλοι οι γείτονες και η στάχτη ήταν άφθονη.

Τα κάλαντα ή κόλαντα

Από τα χαράματα με το λάλημα του κόκορα τα παιδιά έβγαιναν για τα κάλαντα. Οι νοικοκυρές κερνούσαν ξυλοκέρατα, καρύδια, μύγδαλα και οι πιο πλούσιοι μανταρίνια. Τα παιδιά τα μάζευαν σε μια σάκα. Μεγάλα παιδιά όμως γίνονταν κολαντάρια και φόβιζαν τα μικρά. Φορούσαν μια κάπα, τη σήκωναν ψηλά με ένα ξύλο, κρύβονταν στις γωνίες, άνοιγαν την κάπα, έκλειναν μέσα τα μικρά και τους έπαιρναν τα χρήματα. Με τη ανατολή του ήλιου οι μικροί καλανταριστές γυρνούσαν στα σπίτια τους, γιατί δεν τους έδιναν πια χρήματα οι νοικοκυρές. Από τα κολαντάρια που μας έπαιρναν τα κεράσματά μας θυμάμαι τον Αλκιβιάδη του Κόφτη, το Σταμάτη Προίκα, το Νικολάκη Γουλούτη και τον Αθανάσιο Μπουτσούκη ή Κατοικία, για να μην μπερδευόμαστε. Αργότερα βέβαια και εγώ όταν μεγάλωσα μεταπήδησα στις τάξεις των κολανταρίων μαζί με το Σάκη τον Κίνιο, με τον Τάσσο το Μπούφο και το Νίκο το Μάρο. Κάναμε και εμείς αυτές τις αρπαγές.

Πρωτοχρονιά

Την Πρωτοχρονιά γινόταν η σούρβα. Κάθε νοικοκυρά από τα βράδυ είχε ετοιμάσει ένα κλαδί από πουρνάρι, το άναβε στη φωτιά και το έριχνε προς το μέρος που τραγουδούσαν τα παιδιά τη σούρβα, τα οποία πήγαιναν πρώτα στο σπίτι. Η νοικοκυρά φώναζε:

Έξω ψύλλοι και κοριοί
μέσα γάμος και χαρά.

Έλπιζαν ότι με τον ήχο του φλεγόμενου πουρναριού θα φύγουν τα ενοχλητικά έντομα, που βασάνιζαν κατά κόρον τα νοικοκυριά. Στις 2 Ιανουαρίου τα μικρά παιδιά με ένα μπουκάλι νερό στο χέρι πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι, έριχναν λίγο νερό στις γωνίες και έλεγαν ανάλογες ευχές παίρνοντας κεράσματα. Πριν φύγουν κάθονταν δίπλα στο οτζάκι λέγοντας:

Όπως κάθομαι εγώ να κάτσει και το μπερεκέτι

και οι νοικοκυρές του έδιναν λίγο χοντρό αλάτι που τα παιδιά το έριχναν στην φωτιά έκανε πρα-πρα-πρα και αυτό γινόταν για ευετηρία.

Θεοφάνεια

Ψαλλόταν η ακολουθία στον ΄Αι- Γιώργη, έπαιρναν τις εικόνες στο ώμο και τις βουτούσαν στου Κουμλούκι το σιντριβάνι για αγιασμό. Κάθε νοικοκυρά βουτούσε τη δική της εικόνιτσα και οι άνδρες αντικείμενα των ζώων (κουδουνάκια, σάλμα από τα σαμάρια) και έτσι αγιάζονταν άνθρωποι και ζώα. Αργότερα με τον αγιασμό του σπιτιού από τον παπά έφευγαν και οι καλικάντζαροι. Στη λαϊκή φαντασία ήταν ανθρωπόμορφοι με μαύρα νύχια σαν νυχτερίδες, πηδούσαν από καμινάδα σε καμινάδα να βρουν σπίτι, που δεν ήταν περικυκλωμένο με στάχτες.
Τα Θεοφάνεια έψελναν τα παιδιά το σχετικό τραγούδι μέρα μετά τον αγιασμό των Υδάτων και φωνάζανε χιού-χιού, που θα πει κάλαντα. Λέγαμε:
Σήμερα τα φώτα και οι φωτισμός και χαρά μεγάλη στους ουρανούς…

Οι νοικοκυρές τους έδιναν ότι είχαν ευχαρίστηση.

Σόχαλης